Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

8/8/08

άτιτλο

Η σιωπή της έλυσε τα χέρια
άνεμος γίνανε, αθόρυβα μαχαίρια.

Κι ο νους της ρόδο, κόκκινο, ανθισμένο
σε πόλη ανθρώπων καλά καλά κρυμένο.

Τα πεταλά της σκόρπια απ' όταν ανοίξαν
να μη τα βρούνε εύκολα  ληστές.

Μέλισσες την ψυχή της σπυρί σπυρί συλλέξαν
ξεδιαλέγοντας το φως μες το σκοτάδι.

Σε παλιό καθρέφτη θολωμένο, είδωλο θαμπό
σαν κερί που σιγοσβήνει, κοιτά την ζωή.

Σκιές οι θλίψεις καπνός που ταξιδεύει,
στο συννεφό του ξαπλωμένη μοίρα γυ-μ-νή.

Δάκρυ το "μι", κυλά στο στήθος, καίει
την γυναίκα που εντός της κατοικεί.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Αγαπη..
Σιωπη...
Ροδο κοκκινο που ποτε δεν θ'ανθισει
κουβαλαει μεσα του ολη την ομορφια και ευωδια....

Υπεροχη η εγγραφη σου Νικολα....την αγαπη μου....

Νικόλας Παπανικολόπουλος είπε...

Καλή μου Γεωργία σε ευχαριστώ! Έχεις πάντα εκείνη την διαισθητική ικανότητα να νιώθεις, που σε κάνει ξεχωριστή.