Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

24/10/08

το τέρας που τρέφεται με αγάπη..

Σα κλείνουν τα μάτια το βράδυ
σε ύπνο βαθύ, σκοτάδι..
το ακούς που ουρλιάζει στ΄αστέρια
και τρομάζει
των αγγέλων τα χέρια.
Μοιάζει ο κόσμος μόνος, με φόβο.
Εφιάλτης η ανάσα, που διώχνω...

Κι ύστερα πάλι η ώρα,
ρυθμικά την καρδιά τη κουρδίζει.
Δίνει σήμα, να κρύψει το "Τώρα"
απ΄την αυγή, που ωραία ροδίζει..
Νέα πρόσωπα, μάσκες καινούργιες
ήχοι σιωπών καλύπτουν τα ίχνη,
φοράς ανάποδα το δέρμα
που ακόμη φόβο μυρίζει.

Και της μέρας σκαφτιάς, εργάτης,
σα σκουλήκι τρυπάς το ωραίο.
Φτερουγίζουν μακρυά σου τα σμήνη
και ρωτάς τι έχει απομείνει..
Μες τα χέρια σου βαστάς ένα χάρτη
από πρέπει και μη, απ΄ αλάτι,
στις πληγές ως επίθεμα βάζεις,
της καρδιάς τις ρωγμές να σκεπάζεις.

Μία στοίβα χαρτιά η ζωή σου,
κάπου γράφουν πως είσαι σπουδαίος,
έντιμος εργατικός και νέος.
Να προσέχεις τα όνειρα λένε
που τις μοίρες ανάξιων καίνε..
Κάπου γράφει, μα είναι σε στοίβες
και θυμάσαι σκόρπια, ελπίδες.
Μία τάξη, θαρρείς, πρέπει μόνο.

Και μια ώρα, το αλάτι δε φτάνει.
Ενός γέρου το κορμί πια φορείς,
μοιάζει η έντιμη δόξα με τάφο
που σε καλεί να ξεκουραστείς..
Σε ένα χαρτί, σου λεν, δεν υπάρχεις
και πως εσύ ν΄αρνηθείς...
Με τ΄αδύναμα χέρια του γέρου,
δεν μπορείς ν΄ αντισταθείς.

Τις ημέρες κρυφά λευτερώνεις
το τέρας που αρνιόσουν καιρό.
Τη σκιά σου τρώει και λιώνεις
που δε του φύλαξες φως αρκετό..
Τους καθρέφτες κομμάτια τους κάνει,
να σε δει δεν αντέχει στιγμή.
Γιατί εκείνο, πάντα αγαπάει,
το παραμύθι, που ζούσες παιδί..

22/10/08

Κόκκινη καρδιά σε μαύρο κάστρο

Πίσω από τις λέξεις, ένα παιδί που κοιτά μέσα από το τζάμι, σε ένα παράθυρο που βρίσκεται ψηλά πολύ.
Το παιδί μοιάζει αόρατο, τόσο αόρατο που δεν έχει από χρόνια φωνή.
Το κάστρο είναι μαύρο, τυλιγμένο από ένα άσπρο σύννεφο.
Μια κόκκινη καρδιά χτυπά στο αόρατο παιδί, μονότονα σα ρολόι. Μετρά μόνο τα δευτερόλεπτα και δείχνει πάντα δώδεκα η ώρα..
Το παιδί κοιτά χαμηλά.. Κάθε άνθρωπος έχει ένα μοναδικό χρώμα. Μια αύρα. Και πινελιές διαγράφουν πορείες. Χρώματα αναμειγνύονται και γεννούν άλλα χρώματα..

Το δωμάτιο μαύρο. Έχει χάσει τα χρώματά του από καιρό.. Κοιτά τους περαστικούς, και τον πληγώνει η λάμψη των βημάτων τους.

Η μικρή του καρδιά, ραγίζει.. μα πάντα χτυπά. Σταθερά, αργά, μονότονα.
Ένα κόκκινο δάκρυ, κυλά στο αόρατο μάγουλο. Φτάνει στα χείλη, και τα ποτίζει αρμύρα.

Έκπληξη!

Το δικό του χρώμα, είναι το κόκκινο.. Μετά από αιώνες, Υπάρχει ακόμα…

Πως θα ήθελε το κόκκινο , το δικό του κόκκινο, να έβαφε τα βήματα κάποιου. Άγνωστου.. έστω..

18/10/08

χάρτινα καραβάκια..

Τις πιο μεγάλες νύχτες, έφτιαξα κάστρα
της αγάπης μας φωλιά, κλέβοντας άστρα.
Μα το κύμα στον πρωινό τον άνεμο
τα σχέδιά μου σκόρπισε στην άμμο.

Για ένα δάκρυ που ποτέ δε κύλησε
κι απόμεινε φωτιά μες τη καρδιά μου,
η θάλασσα που αγαπώ με μίσησε
και με φουρτούνα πνίγει τα όνειρά μου..

Τώρα και σένα η θάλασσα σου μίλησε
με το φεγγάρι σου είπε, πάντα λείπω,
και συ αγάπη μου τη πίστεψες
και μ΄άφησες μονάχο να ελπίζω..

Με πόσα καράβια σού΄στειλα μηνύματα,
τσαλακωμένα τα επέστρεφε η αυγή..
Χάρτινα μοιάζαν χωρίς πίστη μες τα κύματα,
δεν αρκούσε για να φτάσουν η ευχή.

Τώρα στον ήλιο στεγνώνω τις ελπίδες μου
γυρεύοντας ξανά να ταξιδέψουν.
Ο ουρανός πύρωσε στον πόνο μου,
μάγμα αγάπης τα ντύνω, να αντέξουν.

15/10/08

άτιτλο

Σφραγισμένο το στόμα
με ένα φιλί,
σέπια πεθαμένου ρόδου.

Βαφή νικοτίνης στο μυαλό,
και το χέρι τρέμει
μόνο. Με ένα ποτό.

Κάθε γουλιά,
δηλητήριο σιωπής,

εμβατήριο καρδιάς
που ποτέ δε θ΄ακούσεις.

Νύχτωσε.
Στον πάτο του ποτηριού
ένα σου δάκρυ..

Γελάς, πρόποση κάνεις
και σπονδή...
Στο τίποτα...

10/10/08

Το ταξίδι.

Υπάρχουν φορές που τα καράβια να δένουν πρέπει στη στεριά, να περιμένουν να μαλακώσει ο καιρός, όσο κι αν η ψυχή θέλει... Χρειάζεται και η σιωπή. Να φτερουγίζουν γλάροι άσπροι οι σκέψεις, πότε μακραίνοντας προς τα βαθιά, και πότε γυρνώντας στο μόλο. Να κουράζονται και να ξεκουράζονται, σε εικόνα που απλά κοιτάς. Και σε μια γωνιά της εικόνας, εσύ, αόρατος, όνειρο μέσα στο όνειρο.. με τα μάτια ανοιχτά σχεδόν κοιμάσαι, και ο χρόνος σε τυλίγει με λευκό σεντόνι. Σαν παιδί που τυλιγμένο ζεστά, στέκεται στο παράθυρο εμπρός και κοιτά έξω, την βροχή, να λυγίζει τα φύλλα των δέντρων, και να παρασέρνει τις έγνοιες... Ρυάκι που ταξιδεύει για τόπους μακρινούς, και μια μέρα θα το ανταμώσεις, και θα σε γνωρίσει, στην μεγάλη βαθιά θάλασσα... Θα σου μιλήσει με το όνομά σου, και θα σου πει.. " κανείς δε σε αγάπησε όσο εγώ.."
Κοιτάζω γύρω μου τους ανθρώπους, και κάποιες φορές νιώθω στην έκφρασή τους, αυτό το κακό συναπάντημα με την μοίρα. Τα σημάδια βλέπω από την πάλη τους με τα θνητά τους όρια... Τον θάνατο να γελά κρυμμένος σε ένα τσάκισμα κάτω απ΄τό μάτι.. την θέλησή τους για ζωή, στον τρόπο που αγγίζουν με το χέρι τους.
Σε αυτούς τους ανθρώπους, δεν τολμώ να διαβάσω τα μάτια. Φοβάμαι, γιατί λένε πολλά, πιο πολλά από όσα πρέπει να ξέρει κανείς για τον άλλον... Μα μιλάει όλο το κορμί τους, μια καμπύλη έχει γίνει από τον άνεμο, τόξο καλοδουλεμένο, ταλαιπωρημένο από τα βέλη του "θέλω"..
Έχουν πάντα ένα τελευταίο βέλος, φυλαγμένο σε μια κόκκινη φαρέτρα.. Ένα βέλος για το πιο μεγάλο ταξίδι. Τυλιγμένο με μια φοβισμένη προσευχή, να είναι εύστοχο.
Αν δεν ήτανε οι φουρτούνες, πόσο αλήθεια αλαζόνες κι όμοιοι θα ήμασταν με τον διάβολο... Καταμεσής της κόλασης και του παραδείσου ταξιδεύουμε. Με άνεμο την αγάπη, και χάρτη την καρδιά μας. Γεμάτο ναυάγια το ταξίδι, φωνές πνιγμένων, φωνές ναυαγών και παρεκλίσεις.. Βαστάμε τον χάρτη, και προχωράμε. Ένα χάρτη μαγικό, που ολοένα αλλάζει μορφή όσο ταξιδεύουμε.. και το ταξίδι ατελείωτο. Με μικρά μόνο, λιμάνια σιωπής...
Αλίμονο σε όποιον τον χάρτη έχασε, και ξέμεινε στα λιμάνια τούτα για πάντα, να ζηλεύει τους γλάρους που τόσο λίγο αντέχουν να ταξιδεύουν... και σαπίζει στην ασφάλεια του ελάχιστου...

8/10/08

άτιτλο..

Ίσως όλο αυτό να μην ήταν καν αγάπη.. Μόνο ψίθυροι της καρδιάς στον άνεμο, κι ο άνεμος να τους γύρισε πίσω, πιο δυνατούς από ότι έπρεπε. Η νύχτα παίζει παιχνίδια με τις σκιές και τους φόβους.. Γεννάει "θέλω" πιο μεγάλα από το αναστημά μας, "αγαπώ" πιο δυνατά από τους χτύπους της καρδιάς.. Γεμίζουν, μικρά πτερωτά ερωτήματα την μικρή μας ζωή... Ενώ η απάντηση, είναι απλή και κοντά. Στα μάτια ανθρώπων που μπορούμε να αντικρίσουμε. Να αγκαλιάσουμε. Να μοιραστούμε μαζί τους την ύπαρξή μας.
Όλα τα άλλα, παραμύθια, από μια άλλη μας ζωή, άστρα παλιά, ή άστρα που ξημερώσανε πριν την ώρα τους.. Σε ουρανό άλλο. Δεν έχουμε αγγέλων φτερά, ούτε ραβδί μαγικό. Άλλο από την καρδιά μας δεν έχουμε.. Μόνο αυτό τ΄ακριβό, το πολύτιμο "αγαπώ"... Τόσο πολύτιμο, που αν χαθεί χάνεται μαζί του η ζωή μας, η ύπαρξή μας όλη. Γι αυτό να το κρύβεις πρέπει σε καρδιές ανθρώπων που είναι δίπλα σου.. Πραγματικοί όσο ένα άγγιγμα, αληθινοί σαν το παρόν. Και τα παραμύθια της καρδιάς, χάδι νά΄ ναι μόνο στις κορυφές των δαχτύλων, την ώρα που το τζάκι αναμένο συντροφεύει τη μοναξιά σου, ακούς μουσική, και πίνεις ποτό.. ή όταν με μια κούπα ζεστό τσάι, κοιτάς έξω απ΄τό παγωμένο παράθυρο τα χρυσοκκόκινα φύλλα να σκορπάνε.. Τόσο μόνο να βαστά το παραμύθι. Και να μη στοιχειώνει το είναι σου, βαραίνοντας τους ώμους με την χαρά μιας πτήσης που δεν ανήκει σ΄ανθρώπους. Δεν είμαστε άγγελοι... πρέπει να μάθουμε να περπατάμε.. στην καλύτερη των περιπτώσεων να χορεύουμε.. πάντα, για όσο βαστά η μουσική..

6/10/08

αφιερωμένο..

Κάθε φορά που σε συλλογιέμαι
τρέμω γλυκά, μήπως φανείς.
Γεμίζω στάχτες κάθε γραπτό μου,
φιλιά, που καήκανε εντός μου.

Λέξεις δε βρίσκω να σου γράψω
έχουν σε αιώνες μοναξιάς ταφεί.
Σκέψεις τσαλακωμένες, πεταμένες,
στην πυρκαγιά της σιωπής.

Βγαίνουν καράβια τα όνειρά μου
για τη δική σου Αμερική.
Ένα να φτάσει, η καρδιά μου,
κι ο στόλος μου ας βυθιστεί..

Θα είναι όμορφη η ζωή μου
αν με νιώσεις μια στιγμή.
Θα είν΄ αρκετό για να υπάρξω
σ΄ένα σου όνειρο, φιλί!

5/10/08

θα περιμένω..

Και ξημέρωσε μέρα άγρια,
βορά στον βόρειο άνεμο..
Με τα μάτια κλαμένα αποχαιρέτησες
τον εαυτό σου, και συστήθηκες
άλλη μια φορά στον καθρέφτη.
Συστήθηκες, όχι για να το πιστέψεις..
Μα για να το πιστέψουνε, εκείνοι,
που σιωπηλά παρακολουθούνε,
κάθε σου κίνηση. Γελάστηκαν!
Το είδωλό σου, περάσανε για σένα.

Μα εγώ που σε ξέρω, στον ουρανό κοιτώ,
τις νύχτες που άθελά σου ονειρεύεσαι
και δραπετεύεις, να σε δω!
Το φως σου θα γνωρίσω.
Γιατί μόνο αυτό μπορεί να φωτίσει
τις ώρες που σεργιανά η μοναξιά μου..

4/10/08

της αγάπης το παίδεμα..

Χάνομαι μες τα μάτια σου
και σβήνεται η ζωή μου
θάνατος όταν με κοιτάς
και τάφος η σιωπή μου..

Αδράχτι είναι η ομορφιά
που με κερνάς στα χείλη,
μάλαμα τ΄ όνειρο που ζω
και τα κορμιά ασήμι.

Σε είδε και σε ζήλεψε
ο πόθος και εμπλέχθει
στη ζάλη πού΄χει η καρδιά
και τη ματιά σου φέγγει..

Άγγελοι που σεργιάνιζαν
είδαν την ομορφιά σου,
ρίξαν τα άσπρα τους φτερά
να ζήσουνε κοντά σου.

Για σένα στόλισε ο Θεός
την πλάση με αγάπη,
σαν σε κοιτάει χαίρεται
κι ο ήλιος πάντα λάμπει.

Μα εμένα η καρδούλα μου
στον Άδη ταξιδεύει,
όπου έχουν μάτια, βλέπουνε,
εσένα, με παιδεύει...

3/10/08

όρια..

Εκεί, στην άκρη της ερήμου υπάρχουν κάποια όρια. Κανείς δεν τα ξέρει πριν τα διαβεί, κανείς δεν γνωρίζει πριν τα φτάσει, αν έχει το κουράγιο να τα περάσει ή όχι. Αόρατα σύνορα, που χωρίζουν τον κόσμο στα δυο. Τον κόσμο σου. Στον πριν και το μετά, που δεν αντέχει το ένα το άλλο. Βολική είναι η άμμος, για να σβήνουν τα ίχνη βημάτων που δεν οδήγησαν πουθενά.. κάπως έτσι θα έπρεπε να σβήνουν κι οι μνήμες. Και δεν καταλαβαίνω, γιατί αυτό δεν συμβαίνει, σε ένα κόσμο πλασμένο από αμνησία..

άγγιξε με..

Μέσα σε τούτη τη σιωπή,
θολό τοπίο,
θαλασσά μου αλμυρή,
νιώθω το κρύο.

Ίχνη δακρύων
σβήνονται στη μοναξιά σου
δρόμο γύρεψα
να βρεθώ πάλι κοντά σου.

Να μαζεύω αχινούς
απ΄τά όνειρά σου,
κάθε φόβο να παίρνω
μακρυά σου.

Να σε λούζω
φως μου, με αγάπη,
να σε ντύνω
με φιλί και χάδι.

Αγκαλιά με όλα
τα αστέρια,
τα μαλλιά σου προσευχή
στα δυο μου χέρια.

Και θα φτιάξουμε
την πιο όμορφη ιστορία,
απ΄αυτές που δε χωράνε
στα βιβλία.

Μόνο άπλωσε το χέρι,
κι άγγιξέ με..
με αιμάτινο μαχαίρι,
κάρφωσέ με.

Και ο πόνος μου το δρόμο
θα ανοίξει..
Η πληγή θα χρωματίσει
κάθε θλίψη.

2/10/08

Η συναυλία..

Εκείνη στη σκηνή.. τα φώτα χαμηλά. Μες το σκοτάδι, το πρόσωπο κρυμμένο. Ακούς τη φωνή και ματώνεις. Το κεφάλι ανάμεσα στα γόνατα, μα η ψυχή ταξιδεύει... Το θρόισμά της κάνει την πλατεία να αναριγήσει. Χίλιοι άνθρωποι, μια καρδιά. Ένα κερί αναμμένο.. και μες την φλόγα του εσύ... Δεν είσαι μόνος λες, μα είσαι μόνος. Γιατί εκείνη είναι στη σκηνή, την ακούς, την ερωτεύεσαι, την αγαπάς. Και κείνη, με το πρόσωπο κρυμμένο στο σκοτάδι, θα τελειώσει το τραγούδι της και θα φύγει. Ελπίζεις να σε νιώθει, μα το φοβάσαι πως είσαι γι αυτήν ένα άστρο μέσα σ΄ έναστρο ουρανό. Η φλόγα ενός ακόμη κεριού, ενός, μέσα στα χίλια, μέσα στη μια και μοναδική φλόγα που λάμπει στα μάτια και κυλά στο μάγουλό της... Δεν το βλέπεις, το διαισθάνεσαι στα χείλη της καθώς τραγουδά, στη σπασμένη από συγκίνηση φωνή. Δεν σε βλέπει, μα η παρουσία σου τη φωτίζει και γλυκαίνει τη θλίψη της με ένα χαμόγελο....
Ποτέ δε θα μάθει πόσο την αγάπησες, κι ας το ξέρει ήδη. Ποτέ δε θα σε κοιτάξει στα μάτια, κι ας την λάτρεψες.. ας την αγαπάς.. Σε αγαπάει, μα ... σαν ένα άστρο μακρινό. Και συ, να νιώθεις τυχερός που είσαι το άστρο της!

1/10/08

Όπου είσαι κι εγώ..

Σ΄ έχει τάξει η μοίρα
στης καρδιάς την αλμύρα,
όσα νιώθεις πλημμύρα
στων ματιών σου το φως.

Μ΄ ένα πέπλο σιωπής
το πρόσωπό σου σκεπάζεις
το τσιγάρο πληγή
που στα χείλη ανάβεις.

Ραγισμένα καράβια
σε καλούνε ξανά,
με σχισμένα πανιά
σε ταξίδια μεγάλα.

Κι η ψυχή σου σκορπά
στους ανέμους, το κύμα,
την αγάπη ζητά
σε δυο μάτια γαλήνια.

Στό΄χω πει, σ΄αγαπώ,
κοφτερό το μπορώ
τα φιλιά μου ματώνει,
και η θάλασσα μωβ.

Την σελήνη κοιτώ
τρυφερά της ζητώ
με μαντήλι το φως
τα φιλιά να σου φέρει..

Στό χω πει, σ΄αγαπώ,
όπου είσαι και γω,
θα με βρεις στον βυθό
στα πιο μαύρα κοράλλια.

Στα αστέρια, αγκαλιά
σα φοβάσαι στη γη
και κοιτάς στα ψηλά,
και ελπίδα γυρεύεις.