Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

28/2/21

Άνεμος έρωτας

Χτυπά ο άνεμος την πόρτα. «Τι θέλει πάλι ;», αναρωτιέσαι – συνυπεύθυνο τον λογαριάζεις για όσα γίνανε μες την καρδιά σου. Δεν ανέχεσαι την ταραχή στην οποία έρχεται καβάλα, την σύγχυση που φέρνει. Σου φέρνει ταχυκαρδία και πονοκέφαλο. Αλλά ο άνεμος χτυπά και ξαναχτυπά, δεν έχει σκοπό να προσπεράσει αφήνοντάς σε αλώβητο. Χτυπά όλο και πιο δυνατά. Αναρωτιέσαι αν σπάσουν πρώτα τα νεύρα σου ή η πόρτα. «Σπάσαν τα νερά!» ακούς από το μέσα δωμάτιο… Μα δεν ήσουνα μόνος; Η φωνή επαναλαμβάνει…. «ήρθε η ώρα…. Γεννώ!» Τα μπατζάκια σου μούσκεμα, ως τον αστράγαλο. Το πάτωμα είναι γεμάτο νερό, δυο τρία χρυσόψαρα, κόβουνε ήδη βόλτες τριγύρω από τα πόδια του τραπεζιού… Γλιστρά το μυαλό στη σκιερή πράσινη γαλήνη, κάτω από το πέτρινο γεφύρι που κυνήγαγες καβούρια στο χωριό του πατέρα… Δεν υπάρχει πια η πηγή, πάνε χρόνια που την ήπιαν πομώνες. Ποιος χρόνος σου επιστρέφει χρέη; Τόσο απλά, τόσο σύντομα, το παρελθόν ήρθε, σχεδόν αβίαστα – παρά την ορμή του ανέμου, και ξέβαψε το σπίτι σου. Το ρολόι στον τοίχο με τους ασπρόμαυρους δείκτες του, σιγοντάρει πως ήρθε η ώρα. Όλα τώρα μοιάζουν σαθρά προσχέδια με μολύβι πάνω στις σελίδες ενός τετραδίου… Το νερό τα έχει κάνει θαμπά, έχει μουλιάσει κάθε σελίδα. Γέρνουν οι τοίχοι… Λιώνουν. Χαμογελάς. Αναρωτιέσαι, αν πρέπει να ανοίξεις την πόρτα, ή να περιμένεις το σπίτι να πέσει να σε πλακώσει. «Σιγά το βάρος!», σκέφτεσαι, «λίγο χαρτί και νερό, πόσο μπορούν να με βλάψουν;» Το μαύρο από τις σελίδες όμως, έχει άλλη άποψη… καθώς γλιστρά στο νερό, σα νερόφιδο ξετυλίγεται , κι όλο και μεγαλώνει… Τρώει ένα ένα τα χρυσά ψαράκια, τυλίγεται και ξετυλίγεται στα πόδια από τα έπιπλα, τα συνθλίβει σα χαρτοπολτό, και καταλήγει ολοένα μεγαλύτερο γύρω από τα πόδια σου. Μια μεγάλη μαύρη φθονερή τρύπα γίνεται, μια χαψιά στα μαύρα σωθικά του αν το θελήσει σε κάνει. Αντί αυτού, σκαρφαλώνει, σχεδόν νωχελικά στο δεξί σου πόδι, τυλίγεται γύρω από το λαιμό, το αριστερό σου χέρι, και βυθίζει το παγωμένο του δόντι στην καρδιά σου, κοιτώντας σε στα μάτια τρυφερά! Με τόση αγάπη, που μεταμορφώνεσαι ολάκερος σε ένα μαύρο ρόδο… Δώρο, στον άνεμο… που χωρίς σπιτικό, του Ανήκεις! Κάθε πέταλο της ψυχής σου, όμοια με τα σύννεφα και τα ώριμα φύλλα. Κορμί σου γίνεται, φωνή σου, και λυτρωμός. Σαν έρωτας στην πιο ιδανική του μορφή!

22/2/21

Άπνοια

Κοιμούνται τα δάχτυλα καθώς τα πλήκτρα αγγίζουν. Άτονα, αδύναμα, μετέωρα ξεμένουν ανάμεσα στ’ ονειρικό και το βαθιά πραγματικό. Εκεί στο ενδιάμεσο, όλες οι λέξεις λιώνουν και ξαναπλάθονται από την αρχή, έρημος σύννεφο και βροχή, φως και σκοτάδι… Καμιά επιλογή δεν είναι σωστή ή αρκετή, καμιά δεν είναι λάθος. Λέξεις φράσεις κι άναρθροι ήχοι ένα μπερδεμένο κουβάρι, θάλασσα με μύριους χρωματισμούς και διαθέσεις. Η ακινησία γίνεται ο πιο πρέπον τρόπος της μαρτυρίας αυτής… Πως να ορίσουν τόση δύναμη, ομορφιά και ασκήμια; Μια τρίχα από την πλούσια κόμη, λίγοι κόκκοι άμμου, ένα δάκρυ φωτός κι ένα μαύρο, ακόμη αγέννητο… Δώρα του τυχαίου στο Όλο. Στο βάθος ακούγεται μουσική.. στο δικό σου μετερίζι δεν ακούγεται… Τώρα. Μετά μπορεί. Ποιος ξέρει αν κάποτε οι ίδιες νότες, ο ίδιος ρυθμός, μπολιάσει και τους δυο. Κλείνεις τα μάτια κι αφήνεσαι, απολαμβάνοντας της δίνης την δύναμη. «Άχαρο την μοίρα σου να μη ορίζεις», σκέφτεσαι με το νου, μα η καρδιά σου βαστά γερά ακόμα εκείνα τα νεκρά μαλλιά, μια τούφα ξανθή από κάποιο παλιότερό σου ταξίδι που έλαβε χώρο στη συνείδηση… Αφουγκράζεσαι τη σιωπή και χορεύεις… εφήμερες οι Καρυάτιδες στη σιωπή σου μπροστά. Οι πλανήτες οδηγούν το σώμα σου, που μοιάζει άγαλμα πέτρινο… Μα κι αυτό, για λίγο μόνο, καθώς στιγμιαία όλα μεταβάλλονται. Κι ωστόσο αιώνια… Όσο ακριβώς διαρκεί δηλαδή ένα ταξίδι, από την αρχή ως την αρχή, κι από την νεότητα ως τη νεότητα. Γιατί ακόμα έχεις τα μάτια ανοιχτά και τα δάχτυλα κοιμισμένα, ονειρεύονται! Που σημαίνει πως τα πάντα μπορούνε να γίνουν, καθώς, όπως ο κόσμος αποκτά υπόσταση στο όνειρό σου, έτσι και συ, υπάρχεις κι αποκτάς υπόσταση, είτε το θες είτε όχι, μέσα στο όνειρο κάποιου άλλου. Γιατί αυτό που αποκαλούμε «ζωή», δεν είναι άλλο, από ένα απέραντο χωνευτήρι και μήτρα ψυχών. Ποιος μπορεί να πει, αν μια χούφτα θάλασσα είναι, από ποιο ποτάμι νερό, βροχή, ή ιδρώτας; Από τον κόρφο ποιανού άστρου γεννήθηκε, από πόσο σκοτάδι και φως;