Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

9/7/11

Πορτραίτο στη βροχή

Εμφανίστηκε φορτωμένος χιόνι... τουρτούριζε. Και δε θα ήταν παράξενο αυτό αν ήταν Χειμώνας.. Όμως μήνα Αύγουστο, με το θερμόμετρο να σπάει  από τη ζέστη, πως εμφανίστηκε έτσι στην πόρτα; Που βρέθηκε τόσο χιόνι... ;
"Ηρέμησε" του είπα, "έλα, κάθισε"... Με κοίταξε έγνεψε αργά καταφατικά με το κεφάλι και μπήκε... Τα βήματά του υγρά, αλλά τα σημάδια που αφήναν στο πάτωμα, σχεδόν αμέσως εξατμίζονταν.
"Είμαι υπό ατμό", μίλησε σαν κάθισε και με κοίταξε. Κι όμως, μου άφησε την εντύπωση πως κοίταγε μέσα από μένα πέρα από μένα. Κάτι αναπόφευκτο. Με το βλέμμα καρφωμένο κάπου εκεί μακριά, χαμογέλασε... "Θα πρόσεξες βέβαια πως λιώνω... "
"Είμαι περίεργος που βρήκες τόσο χιόνι τέτοια εποχή"
"Στην καρδιά μου... " είπε, και τα μάτια του σκοτείνιασαν. "Παράξενο που ακόμα χτυπά... πόσο ανεπαίσθητος ήχος.. πόσο παράξενο που βρίσκει δύναμη το αίμα να κυλά... λες και το ορίζει κάποιο ρολόι. Κι ύστερα λένε πως η Ψυχή δε πεθαίνει. Κι ανησυχούν για το θνητό μας σώμα..." ... Σώπασε... είχε πει όσα ήθελε να πει.
Ο καιρός αλλάζει εύκολα τον Αύγουστο. Θυμίζεται για τα ξαφνικά του μπουρίνια.. Κι ενώ όταν άνοιξα τη πόρτα ο ουρανός γαλανός, χωρίς ένα σύννεφο, το δωμάτιο ήταν τώρα θαμπό από φως... μελαγχολικά μουντό... Ένα δροσερό αεράκι ανέμισε τη κουρτίνα του ανοιχτού παραθύρου.... Μία βροντή, επιβεβαίωσε την αλλαγή του καιρού...
"Θα βρέξει" είπε... ώρα να φεύγω.
"Κάτσε αν θες... θα πας μακριά;"
"Μακριά, κοντά.. σχετικά είναι όλα. " Δεν απάντησε στην προτροπή μου.. Σηκώθηκε χαιρέτισε με ένα νεύμα, , άνοιξε τη πόρτα και βγήκε έξω. Κλείνοντας την πόρτα άρχισε να βρέχει πολύ δυνατά, κι αποφασισμένος να μη τον αφήσω να φύγει μέχρι να "κόψει", σηκώθηκα κι άνοιξα την πόρτα να προλάβω... Μια αστραπή που ακολούθησε δυνατή βροντή, έτριξε συθέμελα το σπίτι . Μα εκείνος δεν ήταν εκεί, ούτε φαινότανε στο δρόμο πουθενά... Κι έμεινα να κοιτάζω τις λίμνες από το νερό.... να μου θυμίζουν τα υγρά βήματά του.
Τον άκουσε με προσοχή αφηνοντάς τον να ολοκληρώσει την ιστορία του.
"Τι θα κάνουμε με σένα και τα θλιβερά όνειρά σου;" Είπε αναστενάζοντας ο Διάβολος. "Το ξέρεις πως δεν υπήρξε αλήθεια αυτή η συνάντηση... η ψυχή δεν μπορεί να δραπετεύσει από το μαρτύριο που της ανήκει".
"Της ανήκει;"...
"Από τη μέρα που αποκτά υπόσταση με χώμα και νερό"....

Ο άνδρας άκουσε.. κι αμέσως ξέχασε τη φωνή που του μιλούσε.. Τα αυτιά του είχαν βοή ανέμου, τα χέρια του, τα πόδια του, η καρδιά του.. μικρές στάλες βροχής που τις κέρδισε το ποτάμι. Το μυαλό του ήταν εκεί.. μα εκείνος δεν ήταν. Πρώτου ακόμα συναντήσει τον εαυτό του είχε βυθιστεί σε αυτό το υγρό ταξίδι... Κι όσο κι αν ο Διάβολος προσπαθούσε να τον πείσει πως είχε δικαιώματα πάνω του... τα δόρατα των λόγων του δε βρίσκανε τίποτα να τρυπήσουν. Στο τέλος, ο Διάβολος, φόρεσε το καπέλο του, πήρε τον χαρτοφύλακα του, σήκωσε το ποτήρι με το νερό που έπινε, και το έχυσε όλο στο πάτωμα...
"Ας είναι" του είπε ... "ας είναι γι αυτή τη .. ζωή... Σου υπόσχομαι πως όταν ανταμώσουμε στην άλλη, όταν η βροχή θα χωρά σε ένα σου δάκρυ, κι η θάλασσα στην καρδιά σου ξανά, θα πληρώσεις το χρέος και για αυτή εδώ τη ζωή. Γιατί κανείς δε μπορεί να δραπετεύσει αληθινά....  από μένα."  

Ένα ζευγάρι καθότανε στην παραλία... Ερχόμενο έλπιζε να δει τον ήλιο να δύει.. Μα ο καιρός δεν είχε τη δική τους διάθεση. Στην αρχή ήταν όλο υποσχέσεις  μα σύντομα τα σύννεφα άγγιζαν από το βάρος τους, τη γη... Άρχισε να βρέχει και εκείνοι, βρήκανε καταφύγιο κάτω από ένα χαμηλό λιόδεντρο... Οι κεραυνοί σχίζανε τον ουρανό, κι η θάλασσα σπαρταρούσε μαζί του.... Κοιτάζανε τη βροχή αγκαλιά, μουσκεμένοι... Το κορίτσι φώλιαζε στο στήθος του αγοριού, και που και που, μοιραζόντουσαν ένα φιλί... Ύστερα, το κορίτσι θυμήθηκε όσα είχε ακούσει...
"Κακώς στεκόμαστε κάτω από δέντρο", είπε στο αγόρι.. εδώ δεν έχει αλεξικέραυνα κι είναι πιθανό να πέσει κάποιος κεραυνός.. "
"Ωχ! .. κι έχουμε και τόσα μεταλλικά αντικείμενα πάνω μας.. " Το κορίτσι, γύρισε και τον κοίταξε στα μάτια... με το χέρι στο μάγουλο του..
"Ας απαλλαγούμε λοιπόν από  αυτά", είπε, και σηκώθηκε όρθια.. Άρχισε να γδύνεται, και το αγόρι κατάλαβε... έκανε το ίδιο... "Ο βρεγμένος την βροχή δε τη φοβάται" του είπε με νόημα...

Η βροχή μαστίγωνε τα κορμιά τους... μα οι δυο νέοι βρισκόντουσαν στον παράδεισο... Τα κορμιά κι η βροχή γίνανε ένα, και κερνούσε ο ένας τον άλλο να ξεδιψάσουν... "Πόσο όμορφη αυτή η βροχή" είπε το αγόρι, με την ανάσα της σε κάθε του λέξη... Το κορίτσι κοίταξε το πρόσωπό του, κι έτσι όπως τον είδε μες τα σύννεφα, ένιωσε πως ήταν ξαπλωμένοι όχι στην άμμο, μα καταμεσής του ουρανού.. Μόνο αυτός κι εκείνη κι άλλος κανένας.. κι όλος ο κόσμος δικός τους.. "Είναι ασημένια αυτή η βροχή, συνέχισε... "ασήμι ακριβό... Το άρωμά της έχει πλέον το δικό σου όνομα"....

Το κορίτσι, δάκρυσε.. και το δάκρυ του, ασήμι ακριβό, χάθηκε μέσα στο τόσο ασήμι που τους χάρισε ο ουρανός... Οι βροντές, δε κατάφερναν να κάνουν τη καρδιά τους, που ήταν έτοιμη να σπάσει, να μην ακουστεί.. Κι οι δυο νέοι ήτανε ένας παλμός, μια ανάσα... ένα άρωμα... θάλασσα και ουρανός και γη... και τα μάτια τους.. δύση κι Ανατολή μαζί... 
Πέρασαν χρόνι από τότε που συνέβει αυτό.. Πόσο διαφορετική η βροχή τώρα για εκείνη. Πόσο θλιμμένη. Το ασήμι πυρωμένο μέταλλο, φωτιά, της έκαψε την καρδιά πρώτου την φτάσει η είδηση. Δε θα υπήρχε άλλη Ανατολή.. Ο ήλιος της έδυσε χωρίς να της αφήσει ελπίδα πως πάλι θα ξημερώσει. Δυσκολευτήκανε να τον αναγνωρίσουνε, Είχε χάσει κάθε ταυτότητα, διάφανος κι αδιάφορος σα το νερό...  Δε θα τον γνωρίζανε αν δεν είχε πάνω του ένα μικρό ασημένιο κόσμημα..
Μέρες μετά, τόλμησε να ανοίξει ένα μικρό κουτί που είχε στ συρτάρι της. Από μέσα έβγαλε ένα μικρό κόσμημα που ήτανε ίδιο με εκείνο που βρήκανε πάνω του.. μισή ασημένια καρδιά... ένα μενταγιόν που ο χρόνος, είχε σκεπάσει τη λάμψη του. Και το ασήμι τώρα ήταν μαύρο... Το έκλεισε μες την παλάμη της με όλη τη δύναμη της ψυχής της.... και το έφερε κοντά στην καρδιά... Πόσο διαφορετικά θα ήταν όλα, χωρίς τα ανθρώπινα λάθη.. Πόσο διαφορετικά αν σμίγαν οι ψυχές, χωρίς καμιά προστασία.. Όπως τότε που οι ψυχές τους ήταν τόσο κοντά, που δε ξεχώριζες γη ουρανό και θάλασσα...  Ξαφνικά το ασήμι βάρυνε. Πολύ... και δεν άντεχε πια να το βαστάει. Το έβαλε στο κουτί, και το έκλεισε...  Το τοποθέτησε προσεχτικά ανάμεσα στα υπόλοιπα κουτάκια.. με τάξη…