Κυλά πάνω στο χαρτί καφές
που έριξες επίτηδες· για δες
πόσα θαυμαστά καθώς ρέει φέρνει
στο νου, τα μάτια, την καρδιά!
Ίσως, με λίγο μπλε του κοβαλτίου,
λίγο καρμίνι και ψημένη σέπια,
ώχρα και μαύρο για τ’ άγουρο
της ελιάς το χρώμα, ίσως,
απερίσκεπτα παίζοντας σα παιδί
ολοένα βαθύτερα στο δάσος
προχωρώντας, τα θαύματα
γλιστρώντας από το γκρίζο στο φως
παίξουν φανερωμένα μαζί σου
και πάλι.