Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

6/6/17

Σημαία μόνη


Την είδα και πάλι· μεσάνυχτα ήτανε.
Πάντα επιστρέφει τις ώρες εκείνες,
ίσως για τους ίδιους λόγους που επιστρέφουν τα φαντάσματα.
Ίσως γιατί επιστρέφουνε τα φαντάσματα...
Στεκότανε όρθια, μα η σκιά της μία καμπύλη
όπως ανθός που έχει αδύναμο μίσχο.
Την είδα. Εκείνη προσπέρασε - δεν είχε μάτια για μένα.
Δε μπόρεσα να βρω τι κοιτούσε... Την ακολούθησα...
Αόρατος στα μάτια της, την ακολούθησα.

Κάποτε τα σύννεφα φανερώσανε το φεγγάρι. Ω Θε μου!.. Θυμάμαι!
Το πρόσωπο της διάφανο, ασημένιο, χαμογέλασε...
Ύστερα συννέφιασε πάλι. Μυρωδιά βροχής στο πεντάγραμμο τ’ ανέμου.
Στάθηκε.. Στάθηκα.. κι ακούγαμε... μαζί και χώρια...
Χωρίς τα βλέμματα να ανταμώσουν έστω μία φορά.

Κι έπειτα.. την έχασα πάλι. Ξαφνικά.
Δε κατάλαβα πότε κίνησε, για που...
Τον άνεμο άκουγα που τραγουδούσε,
κοιτώντας τα σύννεφα που ζωγραφίζανε λέξεις
στο φεγγαρόφωτο... Με λαχτάρα παιδιού
ένιωθα το χέρι της στη καρδιά μου,
τη σκιά της να γέρνει επάνω μου..
Ξαπόστασε η ψυχή μου στη ψυχή της!
Μα σύννεφα ήτανε· προτού ξαναδώ, δεν υπήρχε.
Έρημη η καρδιά - άδειος ο δρόμος...

Τώρα, επιστρέφω ή συνεχίζω; Και που, για πόσο;
Κι η Αυγή να μη λέει να χαράξει, να κοπώ.. να ξεχάσω..
Ποιος είμαι και που πάω... Το κουκούλι των ονείρων
όμορφα να καεί, στάχτη να γίνω, νότα τ’ ανέμου...
Στη μουσική του να γεννηθώ ξανά, ζωή άλλη... άλλος!

Κι ενώ βασανιστικά οι αποφάσεις μέσα μου βρίσκουνε το δρόμο
να καούνε, να καταργήσουν, ένδυμα ζωής να υφάνουνε νέο,
σαν τα σύννεφα αλλάζουνε γνώμη.. κι αντί να καταργήσουνε
καταργούνται... καίγονται πριν το σπίρτο ανάψουν.

Καταλαβαίνεις λοιπόν, πως δεν έχουν όλα τα πράγματα τέλος;
Και το ποίημα αυτό.. μισό... μισό σαν απόφαση θα μείνει.
Σημαία που έμεινε χωρίς στρατιώτη σε πεδίο μάχης, όρθια..

1/6/17

καλοκαίρι

Θηλάζει η ψυχή σαν μωρό φως, αγέρα, σιωπή..
Η θάλασσα απέραντη λευτερώνεται εντός της.
Μύρια άστρα, πιο πολλά από τους κόκκους άμμου
τα ταξίδια που μπορεί να κάνει στη λαχτάρα της.

Δυο γλάροι κεντάνε με το ράμφος τους
τ’ ασήμι με το γαλάζιο, το νερό με το στερέωμα.
Κάποιο ψάρι σπαρταρά, η ομορφιά δε το σώζει.
Είναι μικρό το καλοκαίρι  μα χωρά το αιώνιο.