Πέρα από τον Ωρίωνα, κοιμάμαι, είπες..
Ξεμάκρυνες το βήμα σου.. Κι είχα το νου μου αλλού..
Ήρθε η Ηχώ κι επανέλαβε: " πέρα από τον Ωρίωνα, κοιμάμαι.. "
Είχες φύγει.. Εικόνα άδεια όλα.. μια απουσία ο χρόνος.
Μία τρύπα μες την ύπαρξη, πηγάδι καιρού αλλοτινού η μνήμη.
Μακάρι να μπορούσα να ξεδιψάσω την φωτιά των άστρων,
που τα βήματά σου αφήσανε... μα δε δοκίμασα καν.
Είδα πως έφυγες.. και έφυγα...
Τώρα την ιστορία μας διηγούνται πουλιά,
που πετάνε μάταια γυρεύοντας ισορροπία πάνω από τη θάλασσα..
Σε ένα ξεχασμένο κοχύλι η φωνή σου ακόμα επαναλαμβάνει...
ψιθυριστά.. "κοιμάμαι πέρα από τον Ωρίωνα.. σε περιμένω.. έλα..."
Μακάρι η Ηχώ να μου είχε φέρει τις τελευταίες λέξεις.
Αυτές που χάθηκαν στη σιωπή και την σκόνη των βημάτων σου..
Όταν αλλού κοίταζα, μα αλλού ήθελα να πάω...