Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

16/12/10

άτιτλο

Άφησε καθώς μπήκε στο σπίτι, το πανωφόρι του στη καρέκλα,
νοτισμένο από το λιωμένο χιόνι, παγωμένο.
Όπως το χέρι του  την ώρα που έκλεινε την πόρτα.
Περάσανε ώρες μέσα στο σπίτι χωρίς να ανάψει φως.
Έλιωνε η ψυχή του, έσταζε,  σταλακτίτης από πάγο,
ώσπου απέμεινε η σιωπή κι αυτός αγκαλιασμένοι.

Η σιωπή δεν έχει πνοή...  ανάσαινε τη πνοή του..
Άψυχο το σώμα, κι ας χτύπαγε η καρδιά..
Ο χρόνος γλύστραγε χωρίς να μπορεί να κρατηθεί
στα μαγουλά του...

Έτσι τον βρήκε η αυγή. Τότε σηκώθηκε,
φόρεσε το πανωφόρι του, έγινε άνεμος...
Η σιωπή έκλεισε πίσω του απαλά τη πόρτα..
Κι οι νιφάδες χορεύοντας σκεπάσαν τα ίχνη του...