Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

18/12/13

ατιτλο

και θα λιώσουν οι πάγοι,
και τα πρόσωπα
θ’ ανακαλύψουν με έκπληξη
πως τα βλέμματα ακοίμητα,
ζωγραφίζουν ακόμα όνειρα..

Κι αυτό το μειλίχιο φεγγάρι ακόμα,
ζωγραφισμένο από τα όνειρά μας είναι,
από τις μικρές φτερούγες τους
που σχίζουνε το σκοτάδι.
Ακοίμητα όνειρα,
όνειρα που φτερουγίζουν
 – κι αν δε τα βλέπεις –
τις ώρες του πιο μεγάλου ύπνου.
Που τον φοβάται ακόμα κι ο θάνατος.

13/12/13

ατιτλο


«Θα μπορούσα να σε φιλήσω..  μόνο από αγάπη!»

Ταξίδευαν κείνη την ώρα τα σύννεφα. Κι ήταν κι ο ίδιος τόσο απροετοίμαστος, φοβισμένος από την έκρηξη των συναισθημάτων του… Αρνήθηκε το φιλί, αλλάζοντας κουβέντα, έκρυψε την αναστάτωσή του μέσα σε μια άλλη εικόνα, που ταίριαζε καλύτερα στο πολύπλοκο μωσαϊκό των ισορροπημένων σχέσεων. Μα αυτή τη φράση δε την ξέχασε ποτέ.. Το ανεπίδοτο φιλί έγινε όνειρο κι εμμονή… ανάγκη. Μεγάλος θηριοδαμαστής η Αγάπη. Δάμασε την ανάγκη. Την έμαθε να μπορεί ακόμα και να τοποθετεί την καρδιά του στα δόντια της, κι αυτή να δαγκώνει τόσο απαλά, ώστε ο πόνος μη φανερώσει  αίμα…  Τα πάντα διδάσκονται σε αυτή τη ζωή. Αρκεί να έχεις κίνητρο για να μάθεις.

4/12/13

Αντανακλάσεις

Τον τελευταίο καιρό, ολισθαίνω, ολοένα με πιο βίαιη απάθεια βαθύτερα στο πουθενά. Εμφανίζεται ορμητική, σα παγετός που απλώνει, νεκρώνοντας το νευρικό σύστημα, αντανακλαστικά, συναισθήματα, όνειρα. Καταργεί τους  λόγους ν’ αρχίσει και να τελειώσει η μέρα…  ή η νύχτα. Αδιάφορο.
Στο δρόμο πεθαίνουν άνθρωποι, αργά και βασανιστικά ξεγλιστρούν από τα χέρια της ζωής.
Είμαι σε καλύτερη μοίρα από όλους αυτούς, και, θα είμαι παράλογα γκρινιάρης, να μιλήσω για μηδενισμό μπρος σε αυτό το σύννεφο αφανισμού που μας έχει τυλίξει.  Η σκέψη και μόνο του παραλογισμού, κάνει τον πάγο δυνατότερο  κι εκμηδενίζει τη θέληση όποιας αντίστασης. Ποτέ δε θεώρησα σημαντικό τον εαυτό μου. Πως είναι αναντικατάστατος για κάποιον, πως αγαπήθηκε τόσο πολύ, ώστε η απώλειά του να σημαίνει αυτόματα  την καταστροφή κάποιου άλλου. Ούτε θεωρώ, όπως πιστεύουν πολλοί, πως κάποιο από τα χαρίσματά μου με κάνουνε μοναδικό. Γιατί το μόνο χάρισμα κι ευλογία στη ζωή του ανθρώπου είναι να ζήσει μια μεγάλη, πιο μεγάλη από τη ζωή και το θάνατο, αγάπη! Να πιστεύει σε αυτή τόσο, ώστε να γίνει κινητήριος δύναμη, που θα του επιτρέψει να  φτιάξει  ένα πιο όμορφο κόσμο.
Όχι, δεν είμαι πάντα μηδενιστής.. συχνά, συχνότατα, πιστεύω με ειλικρίνεια στη ζωή και τους ανθρώπους, κυρίως σ’ εκείνους με τα πιο λεπτά κι ευαίσθητα αισθήματα.. Πως μπορούν να αγγίξουν το θαύμα που δεν άγγιξα, κι αν άγγιξα κάποτε, δε το θυμάμαι. Πιστεύω και θα έκανα πολλά γι αυτούς, και για κάποιους πιο αγαπημένους, τα πάντα! Μπορώ να πιστέψω σ’ εκείνους, αλλά όχι σε μένα. Και δε με στεναχωρεί καθόλου αυτό, ίσως κάποτε, αλλά όχι πια. Μου είναι απλά αδιάφορο.
Άσχετο, αλλά ίσως και σχετικό: Τον τελευταίο καιρό, ξεχνάω ολοένα περισσότερο.. Κωδικούς, ονόματα , τηλέφωνα, πρόσωπα, καταστάσεις… Μνήμη δευτερόλεπτων πολλές φορές.. Κωδικούς που χρησιμοποιώ χρόνια τους ίδιους, άξαφνα γίνονται “delete” και πάνε, σε μια απέραντη άβυσσο, με έμενα να προσπαθώ επί ώρα να τους αλιεύσω και να τους φέρω ξανά στην επιφάνεια. Ξεχνώ πρόσωπα που γνωρίζω καλά, καταστάσεις που σχετίζονται με αυτά τα πρόσωπα, ακόμη κι αν μιλάγαμε πριν λίγο. Είναι σα να τα έχω δει όλα αυτά μέσα σε ένα, κακογραμμένο στην  μνήμη όνειρο. Κι άξαφνα, το ίδιο ξαφνικά όπως σβηστήκανε, φανερώνονται κομμάτια τους να επιπλέουν στο νου και να αντανακλούνε επιδεικτικά το φως.. Φοβάμαι πως ο λόγος για τον οποίο δε θυμάμαι αν άγγιξα κάποτε το θαύμα, πως, με θεωρώ περισσότερο άνεμο από άνθρωπο, οφείλεται στο γεγονός ότι ξεχνώ τη ζωή μου. Γνωρίζω μόνο έναν άνθρωπο , σε αυτή, που δεν ξεχνάω ποτέ.. Αφετηρία, πυξίδα και προορισμό. Ακόμα κι όταν ο πάγος απλώσει παντού, αυτός ο άνθρωπος, μπορεί να τον ραγίσει. Με ένα νεύμα, μια λέξη, ένα τίποτα. Δεν ξέρω γιατί συμβαίνει αυτό, γιατί αντέχει η μνήμη να θυμάται ειδικά αυτόν τον άνθρωπο όταν όλα γύρω έχουν σβηστεί.
Ολισθαίνοντας στο πουθενά, ξεχνώ να γεράσω. Να αγωνιώ, να φοβάμαι, να λυπάμαι.. πως είμαι ακόμα μια μέρα στη γη, κι η μέρα έχει απαιτήσεις. Ξεχνώ να φοβάμαι τη ζωή και μαζί και το θάνατο. Δεν υπάρχει αληθινά, ούτε το ένα ούτε το άλλο. Ένα όνειρο μόνο, και ύπνος.. Είναι ωραίο να επιπλέεις πάνω απ’ την άβυσσο, μέσα στην άβυσσο, να γίνεσαι άβυσσος.. Να μην πονάς, να μην υπάρχεις, να μην «είσαι»… Ξεχνάς το χρόνο, κι όταν ξυπνάς, για όσο, μοιάζει το ξύπνημα σα ξύπνημα παιδιού.. Μια ωραία Κυριακή χωρίς σχολείο… για όσο, παραμένεις στο πουθενά.
Τα μισά από όσα έγραψα είναι αλήθεια, τα’ άλλα μισά είναι ψέματα, και κάποια μόνο όνειρο. Αλήθεια και ψέμα μέσα σε αυτό το όνειρο…

3/12/13

παραλογισμοί ερώτων

Μιλώντας για τον έρωτα, οφείλω να ομολογήσω (προπάντων σε μένα, είναι η αγαπημένη μου ομολογία που αθεράπευτα ναρκισσιστικά, ερωτεύομαι να ακούω την καρδιά να ομολογεί), πως δεν υπάρχει πιο όμορφη κι ερωτεύσιμη πλάνη, από τον έρωτα που ερωτεύεται τον έρωτα. Πάντα ερωτευμένος, χαμένος ο λογισμός, παραδομένες οι αισθήσεις σε ακρογωνιαία ερεθίσματα, αόρατα στους πολλούς ως την μύτη βελόνας, ή ως χρωματιστή κορδέλα  μέσα  σε πολύχρωμο αστρικό σύμπλεγμα, από κουβάρια με κορδέλες (ζωγραφισμένα ίσως από το όνειρο κάποιου αλλοτινού παιδιού).   Και λέω πλάνη, γιατί τον χαρακτηρίζει αυτόν τον έρωτα, η  ιδιότητα και ικανότητα να αλλάζει μορφές.. Να γίνεται δέντρο, πουλί, γυναίκα ή νύχτα, κι ύστερα μια άλλη γυναίκα, άστρο πνιγμένο στη θάλασσα τη μια, ήλιος την άλλη σε πεντακάθαρο ουρανό. Πάντοτε δυστυχής, πάντα ευτυχισμένος, ποτέ μόνος, μα και με κανέναν μαζί. Ματαιόδοξος τόσο ώστε ν’ απαρνιέται κάθε δόξα για χάρη του έρωτα, σα γυάλινες γόβες και στέμμα, που όσο ψηλά σε ανεβάζουνε, το ίδιο εύκολα μπορούνε να σε γκρεμίσουν στα γόνατα. Μπροστά σε ένα αληθινά μεγάλο έρωτα (αυτή είναι η πεποίθηση με την οποία αρχίζει πάντα μία ολοκαίνουργια πλάνη), ή στο τίποτα. Άξαφνα όπως αν γκρεμιζότανε όλος ο κόσμος, (στο τίποτα ενός αληθινού μεγάλου έρωτα). Παραλογίζομαι; μπορεί… ίσως απλά παίζω, με την αλήθεια, θέλοντας να την πείσω να μου φανερώσει το υποκοριστικό της όνομα.. Πανέμορφη κάθε αλήθεια, μέχρι να την κάνεις δική σου.

Τρικυμία



Θα μπορούσα να ζήσω με την τρικυμία για μαξιλάρι. Με μισάνοιχτα τα μάτια και τις αισθήσεις ακροβολισμένες στα δόρατα του ανέμου. Τρυπάει ο άνεμος απόψε.. τσιτώνει το δέρμα.. Μα πιο πολύ τσιτώνει η καρδιά.. ξεσχίζεται . Μικρές, αόρατες αμυχές, που χωράνε όλο τ' αλάτι και τον πόνο της θάλασσας. Ρέει η ταραχή της μέσα απ' το αίμα, από μικρές και μεγάλες αρτηρίες, ως την ύστατη άκρη του νου. Πονάει η θάλασσα και πονάω μαζί της. Είναι δικά της τα κύματα, δικός της ο πόνος , δικός της κι εγώ. Κάθε που με κοιτάζουν τα θαλασσινά της μάτια, της ανήκω. Της ανήκει η ψυχή μου. Και μιας και  πάει καιρός που τον ύπνο μου ορίζει, και το σκοτάδι απ' τα κλειστά ματόκλαδα ακόμα,  ανήκω στο τρικυμισμένο, αλμυρό, ασίγαστο πάθος της, τη σιωπή και την αντάρα που κρύβει στη ψυχή της, ολόκληρος.
 Μπορώ να ζήσω με αυτή την τρικυμία στη ψυχή μου - που της ανήκει. Χωρίς να ξυπνώ, χωρίς να κοιμάμαι, χωρίς να γνωρίζει. Αδύνατη  οποιαδήποτε αντίσταση κι άρνηση στα θέλγητρά της. Τα καταφέρνω να ζω δίχως αυτήν, με αυτήν..  μα χωρίς την αλμύρα της   να δηλητηριάζει γλυκά τις αισθήσεις και το νου, φαντάζει άσκοπη κι άχαρη η ζήση.
Στυλώνω τα πόδια της ψυχής - ασάλευτο το κορμί, παρατημένο - και κοιτώ μες το απέραντο, λιθοβολώντας κι εξορίζοντας το χρόνο, τις μέρες, τις ώρες, τα δευτερόλεπτα. Γιατί ο χρόνος σου ανήκει όταν τον μοιράζεσαι..  αλλιώς γίνεται ένα ανθρωπόμορφο τέρας που τρέφεται από τη σάρκα σου. Σε κόβει σε μικρά μικρά κομματάκια, και τρώει από λίγο, σε κάθε στιγμή άδεια, κάθε χαρά ή λύπη, που βαστά η μοναξιά για τον εαυτό της. Μικροί αιώνες χωράνε τότε στα δευτερόλεπτα, αιώνες ξένοι, που δε σου ανήκουν και δεν ανήκεις.
Χίλιες φορές, με τα μάτια κλειστά, να ζω..  πέρα από σκοτάδι κι άδειους χρόνους. Σε θάλασσες που δεν μου ανήκουν, αλλά τουλάχιστον ανήκω, να πλάθω ταξίδια και να τα βηματίζει η ψυχή μου σε χάρτες, που ύστερα τους καίω, αποδιώχνοντας το κρύο στη φωτιά και τον καπνό τους...
Φουρτουνιασμένη απόψε η θάλασσα. Σχεδόν πιστεύω πως την ζωγράφισε η ψυχή μου. Από ανάγκη να μιλήσει η σιωπή της.