Χρόνος αόριστος... νοθεύοντας ένα ατέλευτο παρόν. Σαν τι μοιάζει κάτι που δε συνέβη ποτέ;
Στον καθρέφτη ξεδιπλώνουν μία μία οι απάτες τα φτερά τους.
Πεταρίζουνε ως την καρδιά… Δεν τις φοβάμαι… Απ’ τό πρώτο σκίρτημα ως τα
τώρα συνήθισα. Αποφεύγω να κοιτώ τον
καθρέφτη, κι όταν κοιτώ, γνωρίζω ότι είναι κάποιος άλλος εκεί.. Κάποιο
μοχθηρό πνεύμα, μια καταδικασμένη ψυχή. Όχι η δική μου.
Μετρώ με
νύχτες τις φωτεινές μου στιγμές και το άθροισμα είσαι πάντοτε συ! . Εσύ
που ποτέ δεν υπήρξες παρών και πληρών. Είναι η απουσία σου.. Ίσως,
όμως, είναι η δική μου απουσία.. Τόσες ελπίδες κι όνειρα και σε κανένα
δε χώρεσε η ψυχή. Θάλασσες και πελάγη, μα κάθε που έσκυβα να πιω από τα
χείλη σου, στερεύανε. Μικραίνανε και γινόντουσαν ένα λίθινο κοίλωμα,
λιοπύρι… Που στέγνωνε στη δίψα τη ψυχή.
Σεπτέμβρης, λες…
απολογισμού ώρα… Μα ακόμα κι οι άνεμοι στερεμένοι.. Σα να
κοντοστέκονται, μήπως την ύστατη ώρα φανείς.. Σα να γυρεύουν για να
ταξιδέψουν την άκρη της κλωστής, το νήμα της ζωής μου. Στέκονται σάμπως
στη μέση του πουθενά, όπως δυο τεράστιες φτερούγες, που δεν ξέρεις αν
πέσουνε από τον ώμο, ή αν θα σε σηκώσουνε ψηλά.. ορθάνοιχτες και
λαβωμένες από φωτιά. Τα χείλη μου πληγιασμένα από την δίψα σου..
στέκομαι μαζί τους και περιμένω, αυτό που δε θά’ρθει. Γίνομαι προσευχή
και θάνατος… και στο τέλος μόνο ένα λίθινο κοίλωμα… που όσο κι αν η
μίκρυνε ψυχή δεν την χωράει. Όσο κι αν κλάδεψα τα όνειρά.. Όσο κι αν
αρνιέται την ύπαρξή σου και τη δική μου μαζί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου