Φοβάται.
Γύρω του λέξεις νεκρές, φράσεις πεθαμένες,
πατημασιές φαντασμάτων.
Φοβάται
μη τρυπώσουν στη μικρή του αυλή
και γίνει ένα από εκείνα.
Η μικρή του αυλή ορίζει τον κόσμο του
τα σύνορα της συνείδησής του,
τα όρια της ύπαρξης.
Πάνω στο τραπέζι του μισό πιάτο φαγητό,
καθώς τρώει, σε κάθε μπουκιά
θυμώνει το νου του ο φόβος
πως αν τα φαντάσματα μπούνε στην αυλή,
καθώς κι εκείνα πεινάνε,
η μπουκιά θα μικρύνει περισσότερο.
Φοβάται τα παιδιά τους, τη θρησκεία τους,
το χρώμα τους, την χειραψία μαζί τους.
Φοβάται την ισότητα με τα φαντάσματα
την παραδοχή πως το αίμα τους είναι ίδια κόκκινο,
όμοια ζεστό, και όμοια ονειρεύονται
τα παιδιά του και τα παιδιά τους.
Πέφτουν ολόγυρα βόμβες
αλλά εκείνος φοβάται
να κοιτά στα μάτια τα φαντάσματα
καθώς και τα πόδια του,
που γίνονται όλο πιο διάφανα.
«Το μυστικό συστατικό» είπε ο διάβολος
χαμογελώντας αυτάρεσκα στο κάτοπτρο,
«είναι ο φόβος.
Αν τους φοβίσεις αρκετά,
τόσο ώστε να μη μπορούνε να κοιτάξουν
τον εαυτό τους στα μάτια,
η ψυχή τους σου ανήκει!»
2 σχόλια:
Υπεροχο Νικολα! Με την αδεια σου να το βαλω στο φεισμπουκ???
ευχαρίστησή μου ! :)
Δημοσίευση σχολίου