Πικρή βροχή κυλά στα φυλώματα και στα κοιλώματα
που κάποτε λεγότανε καρδιά.
Φθινόπωρο στο Δάσος κι ο Χειμώνας φτάνει...
Από καιρό έχουνε φύγει τα πουλιά για κάποιο Νότο,
που φύλαξαν τα έρημα κλαριά νοσταλγικά
στις ρίζες, που αντέχουνε στον κρότο,
όταν φυσάει ο Βοριάς και τα κλαριά τσακίζει.
Πενταέρημη, χωρίς φτερά, τυφλή από τον πόθο
μα πιο πολύ από του πόνου την φωτιά,
γυμνή, λίγα φορώντας άνθη στραγκισμένα
τον θάνατο ως την ύστατη αντοχή να πολεμά,
Ψυχή πιο πολύ από σώμα, η Αγάπη,
με τις σταγόνες της βροχής να παίζει
και του σκληρού ανέμου τη φωνή,
στιχάκια να σκαρώνει και στεφάνια.....
Κι είναι σπίτι της το Δάσος, κατάρα και χαρά.
Σε ονείρατα να χάνεται, δρομάκια άγνωστα
και ποτέ πίσω να μη μπορεί να επιστρέψει,
που μάτια σα ρόζους δέντρων πάντα ανοιχτά,
αντί για δάκρυ φτιάχνουν για να ζήσουν.
Κι είναι το όνειρο ανάσα... Τόσες ανάσες μαζί,
που κάποτε ένα κομμάτι του Δάσους λαμπαδιάζει
και μένει στάχτη μόνο.
Κι όλο γυρεύει τότε, σπόρους στην καμένη γη..
κι όσους βρει, κυρίως τους καμένους,
φυτεύει στ΄άστρα, σκαρφαλόνοντας σ΄αυτά
με προσευχή και τους καπνούς π' αχνίζουν.
Τυφλή είναι.. ματώνουν τα χέρια της γυρεύοντας
τον σπόρο... Θαρρεί τον καπνό πουλί
και στις φτερούγες του αφήνεται, και φτάνει.
Άλοτε πάλι, ο καπνός, στη γη βουλιάζει
κι η γη σα στήθη ανοιγμένα, λαίμαργα τον ζητά...
Κι άλοτε, σιγοκυλά και χάνεται και πάει,
σε λίμνη και στης σιωπής της τα νερά....
Πρόσωπα αλλάζει, σώματα άλλα... μα Ψυχή ποτέ.
Αγγίζει και θυμάται... θυμάται κι αγγίζει.
Άσκημη μοιάζει, ωχρή, λευκή σχεδόν...
Μουτζουρωμένη και ξεσχισμένο δέρμα..
Μαλλιά ανακατωμένα σα να μη κοιμήθηκε ποτέ.
Τα χείλη της βάτα.... σε φιλά
και μπλέκει αγκαθωτό στεφάνι στο μετωπό σου..
Μοιάζει στον θάνατο... κι αγαπά σα θάνατος.
Κυλάνε οι μέρες, οι νύχτες, σα βροχή.
Κι ότι αντεξει τη συμφορά της μοναξιάς
της γης το βάρος της σιωπής το βάσανο
και τα κρυμένα άστρα να κοιτά
από τη φλόγα και τον καπνό πιο πίσω,
όταν τα μάτια μάθουν να κοιτούν με την καρδιά,
και ψιλαφόντας να βρίσκουν την αλήθεια,
τότε η ασκήμια της θα σβήσει σα το Ψέμα.
Σκιές θα' ρθούν στο Δάσος να κατοικήσουν...
Με μυστική πομπή, γιορτή αόρατη θα στήσουν.
Ο Χρόνος, προσκεκλημένος και αυτός,
παλιός εχθρός, μα τώρα σιωπηλός και γελαστός.
Κι ο Θάνατος ακόμα, καλεσμένος, με δώρο ακριβό
παρηγοριάς, σύντροφος θα είναι της χαράς.
Ίσως κάποιοι, να έρθουν στο Δάσος και να πουν.
Πως ήταν η Αγάπη μια τρελλή...
Ίσως, κυνηγοί που δε θα βρουν να κυνηγήσουν, πουν
πως είναι η ασκήμια της που διώχνει τα πουλιά.
Κι όταν την βρουν, νεκρή την θεωρήσουν,
την σύρουν σε πλατείες και χωριά,
να δουν όσοι ονειρεύονται, να μην αναθαρρήσουν
πως είναι η Αγάπη Συμφορά...
Τυφλοί μέσα στην καρδιά τους,
σημάδια της γιορτής δε θα τα δουν.
Στα κρυμένα σ΄άστρα μονοπάτια,
ποτέ δε θα μπορέσουν να βρεθούν.
Κι ο πόνος, πόσο ξένος μοιάζει,
με τρόμο θα τους καψει την καρδιά...
Μα στάχτη, ποτέ τους δε θα γίνουν
γιατί δε θ΄αφεθούνε στη φωτιά..
Σε άλλο Δάσος θα πάν να κυνηγήσουν
ή να ζητήσουν εκδρομείς, την ομορφιά.
Σε δέντρα πράσινα - λουλούδια ανθισμένα,
εκεί, που η ζωή ωραία τραγουδά...
Κι όλα καινούργια, αθώα, φωτισμένα
χωρίς να τα πικραίνει μια σκιά.
2 σχόλια:
Γωνιά της καρδιάς που τίποτα δεν φυτρώνει εκεί... που τίποτα δεν πετάει... εκεί η αγάπη κάνει φωλιά και ορμητήριο και περιμένει αν ποτέ θα αγαπήσουμε τον εαυτό μας και κάθε άνθρωπο που είναι ο εαυτός μας, αλλά εμείς δεν το ξέρουμε... ούτε αυτοί που μας μαθαίνουν γράμ-μα-τα - σπου-δά-μα-τα... ξέρουν να μας το πουν...
Η αγάπη μας περιμένει, εμείς την περιμένουμε... μα εκείνη θέλει θυσίες... σαν τις θυσίες που κάνει εκείνη... κι εμείς... όχι δεν θέλουμε... έχουμε μάθει μόνο να γελάμε... και δεν την αναγνωρίζουμε... έτσι λυπημένη και αχτένιστη και ξυπόλυτη...
Εμείς ξέρουμε να γελάμε...και τ΄άστρα είναι πλανήτες και μέσα στη γη έχει λάβα, κρυμμένα ηφαίστεια και τα ζώα είναι κτήμα μας κι εμείς παντοδύναμοι... όλα τα εξηγούμε... σε όλα δίνουμε όνομα και μετά τα ξεχνάμε... δεν υπάρχουν για μας... αλλά έχουν ένα όνομα... εμείς τους το δώσαμε... όλα τα ονομάζουμε και μετά τα πετάμε...είμαστε παντοδύναμοι...
Αχ να αντέχαμε την αγάπη να ζει στην καρδιά μας...
Καλημέρα! Με αγάπη... όση λίγη μπορώ να δώσω... αυτή την ελάχιστη που αντέχει αυτή η αδύναμη και φοβισμένη καρδιά μου... :)
μα κοιτα ποιητή, ήρθε η άνοιξη!
και η μυγδαλια μας τα άνθη της στολίστηκε για να προυπαντήσει την αγαπη
γιατι οι πασχαλιες σκορπουν την ευωδιά τους
τί κ αν ο άνεμος θα τα μαδήσει πάλι?
παντα η αγάπη θα ανθεί
και παντα θα ομορφαίνει
του ερωτευμενου τη ματια
που παντα θα προσμένει
Δημοσίευση σχολίου