Με την
καρδιά τυλιγμένη σιωπή
τα χείλη σφραγισμένος γίνανε τάφος.
Στη πέτρινη κόψη τους γυμνό ένα φιλί
θρηνεί τ’ απαλό σχισμένο του μετάξι.
Τα πλήθη αδιάφορη βροχή
που την σκορπά ο άνεμος του χρόνου
σπορά της μοναξιάς μες το κορμί,
λουλουδοσκέπαστο και μόνο.
Γύρε φεγγάρι βάρκα να γενείς
άστρο βάλε τ’ Αχέροντα βαρκάρη,
ταξίδεψε όση απόμεινε ψυχή
σε γη όπου ο πόνος δεν την φτάνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου