Πως να ισορροπήσει με ένα φτερό σπασμένο; .. Καθότανε στο
πρεβάζι, στον έκτο όροφο.. Κι από κει κοιτούσε ούτε κάτω, ούτε πάνω.. Μόνο πέρα
μακριά.. Κοιτούσε τα πτηνά που πετάγανε... και πιο πολύ τα χελιδόνια, που σαν
αυτά, δεν υπάρχει άλλο φτερωτό, να αγαπά τόσο το πέταγμα! Κοιτούσε τα σύννεφα
που ερχόντουσαν όλο και πιο κοντά, πιο γεμάτα... βαριά... Κι ήξερε πως ήτανε
θέμα χρόνου να βρέξει... Κι ο άνεμος σώπαινε... περιμένοντας την βροχή κι
εκείνος.. Σώπαινε κι η καρδιά του... Κι έτσι, χαμένος στη σιωπή, και στο ύψος
.. κοιτούσε αιχμάλωτος αυτό που δεν έμαθε να κάνει. Αλλά μπορούσε μια χαρά να
το φανταστεί: να πετά... και έτσι δειλά τίναξε
τα φτερά του....και πέταξε....επιτέλους το είχε καταφέρει… πέταξε μακριά....και
όλα έδειχναν τόσο όμορφα από εκεί ψηλά... έφτασε το σύννεφο της βροχής.. ντύθηκε τις στάλες που
κουβαλούσε. Και συστήθηκε με τον άνεμο... «Σε περίμενα».. του είπε ο άνεμος, χαϊδεύοντας
απαλά τα μαλλιά του.. «Σε περίμενα, για
να αρχίσει να βρέχει. Οι άνθρωποι χρειάζονται την χαρά της θλίψης σου, το
όνειρο ενός αγγέλου με ένα φτερό... που ωστόσο είναι Ολόκληρο.."
«Ένα φτερό».. ήχησε η λέξη στο αυτί του σα σφαίρα! ..
έκλεισε τα μάτια και τ άνοιξε, τρομαγμένος.. Κι είχε ακόμα ένα φτερό.. Κι είχε
πάρει να βρέχει...
«Σε περίμενα», άκουσε να τρέμει μια φωνή, που δεν είχε
ξανακούσει... Ξεκάρφωσε το βλέμμα από το άπειρο.. κοίταξε δίπλα του.. Ένα
κορίτσι, στεκότανε εκεί με ένα φτερό.. «Σε βρήκα από την βροχή στα μάτια σου..
κι από τον κεραυνό της καρδιάς σου που έσκισε τη σιωπή..»
"Πάρε με αγκαλιά" της είπε... Κι εκείνη τον τύλιξε
στα χέρια της.. κι εκείνος την έδεσε στα
δικά του... Κι έτσι μαζί, αμίλητοι, αφήσανε την απάτη του έκτου ορόφου πίσω
τους.. Μπρος τους δεν είχανε πια το βάθος μιας πτώσης.. ούτε το όριο ενός
παραθύρου.. Με τα δυο τους φτερά, σαν ένας , πέταξαν ψηλά.. Πιο όμορφα κι από
τα χελιδόνια.. Πιο πέρα κι από την βροχή..
Νικόλας Παπανικολόπουλος και Maria Veleri ( συν + γραφή )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου