Να πω “φοβάμαι..” ή να μη το πω; Και σε ποιον να το πω; Ποιος έχει όρεξη να ακούει παράπονα σ’ έναν ήδη αρκετά σκοτεινό κόσμο; Να πω “κρυώνω”; Καλύτερα μη το πω, μη γίνω μέρος της απέραντης αυτής γραφικότητας, μία φωνή, μία κραυγή ακόμα ανάμεσα στις τόσες που είναι θαμμένες στο απέραντο νεκροταφείο των συνειδήσεων. Πάντα αγρίμι ήταν ο άνθρωπος, αγρίμι που όσο του χαϊδεύεις το κεφάλι τόσο σου δαγκώνει το χέρι. Μετρά τις ανάγκες του αδύναμου και υπολογίζει πως μπορεί να τις κάνει κέρδος. Και να ήτανε μήπως και κέρδος αληθινό; Άνθρακας ο θησαυρός! Όσο τον μαζεύει τόσο καρβουνιάζει η ψυχή του. Γίνεται δαίμονας. Κι αρχίζει να καταστρέφει όσο μπορεί ψυχές άλλων... γίνεται αυτό η χαρά του, το γέλιο του δηλητήριο, απολαμβάνει να νιώθει ισχυρότερος, πανούργος, να ορίζει ανθρώπους που δεν έχουνε πια φωνή. Και θυμώνει.. θυμώνει πολύ όταν βρεθεί κάποιος να του θυμίσει πόσο επίπλαστη η εξουσία του, και πόσο γελοιώδες το συναίσθημα της ανωτερότητας που απορρέει απ’ αυτήν.
Φιγούρες σκυφτές, ταπεινωμένες, απόκοσμες άχρωμες σκιές χωρίς όνειρα, μετράνε σε πόσα κομμάτια να χωρίσουνε το “τίποτα” για να βγει ο μήνας, η εβδομάδα, η μέρα. Φαντάσματα και Δαίμονες η μορφή του κόσμου, που μέσα του νιώθουνε εξόριστοι εκείνοι που δεν νέκρωσε τις αισθήσεις τους η παγωνιά. Στην καρδιά τους φωλιάζει ένα μικρό χελιδόνι, γνωρίζει πως η Άνοιξη δεν κατοικεί πλέον εδώ, και τίποτα δεν επιθυμεί περισσότερο απ’ τό να φτερουγίσει μακριά από τον λευκό χειμώνα... Τα μικρά του φτερά έχουνε αρκετή δύναμη για να ταξιδεύει μέχρι να χαθεί.. Μα το δένει μια κόκκινη κλωστή με το κορμί που κουβαλά, με όλους εκείνους , εκείνες, που είναι δεμένοι με το κορμί αυτό, κλωστή με κλωστή, καρδιά με καρδιά, και γνωρίζει καλά πόσο εύκολα μπορεί να ξηλώσει αυτή η κόκκινη γραμμή της ζωής, αν η κλωστή σπάσει. Αντέχει ο ένας για τον άλλον, και κάποτε, θυμούνται να αντέχουνε και για τους ίδιους.
1 σχόλιο:
ΤΟ ΦΕΓΓΑΡΙ ΜΑΤΩΜΕΝΟ ΑΠΌΨΕ ΠΑΛΙΕ ΦΙΛΕ - BLOGER
ΤΗΝ ΚΑΛΗΣΠΕΡΑ ΜΟΥ..
Δημοσίευση σχολίου