Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

14/10/12

Τα βλέφαρα βαριά



"Τα βλέφαρα βαριά αναζητούσαν τον δικό τους Θεό....να κλείσουν μαζί τους και τις όμορφες εικόνες της ημέρας σαν θησαυρό....μα η καρδιά ήθελε να μείνει ξύπνια για να συνεχίσει να μιλά με ένα κομμάτι της για να μην διασπαστεί σε χίλια κομμάτια όπως η άμμος που πηρέ το χρώμα του χρυσού...."

(Βασιλική Παπαθανασίου)

Αν μπορούσε ακίνητη να μείνει τούτη η ώρα… μη βαρύνει περισσότερο από τα όνειρα ο ήλιος, και γύρει, γλιστρώντας βασανιστικά αργά στο κόκκινο του πάθους, που τα φτερά της νύχτας ντύνεται, να ταξιδέψει με τα πτερωτά, μακρύτερα από τον ορίζοντα.
Πόσο αδυσώπητη η μοναξιά… πόσο παράξενο να ζεις και να’ σαι μόνος, να μη μπορείς να μοιραστείς την λύπη, μα προπάντων, ότι όμορφο…
Μα τώρα αυτός ήταν εκεί.. κι αν ακόμα δεν ήταν, τον ένιωθε εκεί… μαζί της.
«Καληνύχτα!» του είπε… κι έμεινε η σκέψη της μετέωρη, σα πανσέληνος, που σκεπάζουν σύννεφα φόβου…
«θα βρέξει» .. της αποκρίθηκε μια γνώριμη φωνούλα μέσα της… ένα μικρό παιδί κρυφοκοίταγε από μια χαραμάδα της ψυχής της.. η φωνή του, φάνηκε να ξαφνιάζει πιότερο το ίδιο το παιδί, από ότι εκείνη.. που ίσα τ’ άκουσε, όπως ένα απαλό ψίθυρο στ’ αυτί.. Και το παιδί, έτρεξε την επόμενη στιγμή, κόκκινο από ντροπή, να κρυφτεί πιο βαθιά στα ερείπια της ψυχής της.. στα μυστικά του παλάτια, με τους παραμυθένιους τους, μυστικούς κήπους.. « Εδώ» , σκέφτηκε το παιδί, δε θα με αναζητήσει κανείς…
«Θα βρέξει» , επανέλαβε μηχανικά… καθώς τον άκουσε να την καληνυχτίζει… Κι η ψυχή της, σχεδόν κούρνιασε, μέσα στην νύχτας τα μαύρα φτερά… Όμως….
Εκείνος, την πλησίασε…. Κι η νύχτα φτερούγισε μακριά χωρίς εκείνην… Την αγκάλιασε με ψυχή γυμνή... « θα σε προσέχω» ψιθύρισε η καρδιά του… και η Πανσέληνος έλαμψε στα μάτια και τα χείλη της… έσταξε το σύννεφο ασήμι… και κείνος το στράγγιξε από το μάγουλό της, με ένα φιλί… κι ένα χάδι … «τα όνειρά σου», της είπε, « είσαι εσύ… κι εσύ είσαι ο πιο όμορφος κι ακριβός θησαυρός που υπάρχει..»
Κι ύστερα χάθηκε, μα όχι όπως ο ήλιος που σβήνει στη δύση.. Χάθηκε ολοπόρφυρος, μέσα στη δική της καρδιά… Η λύπη της κοιμήθηκε… σκόρπισε πάνω στην άμμο και τα κύματα την πήρανε μακριά.. Κι η χαρά της ανάλαφρη.. όπως το δροσερό αεράκι…
« Καληνύχτα», ψιθύρισε… Το πρόσωπό της φωτίστηκε με ένα γλυκό χαμόγελο… « Δεν θα κοιμηθώ μόνη απόψε… κι ας είσαι τόσο «μακριά» …, είπε, και κούρνιασε στην αγκαλιά του… με σιγουριά… σα μικρό παιδί!..

(Νικόλας Παπανικολόπουλος)

Δεν υπάρχουν σχόλια: