Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
Λύγισαν τα πόδια.. σχεδόν γονάτισε στη γη και το
κεφάλι ακούμπησε τη στάχτη. Στα βλέφαρά του, σκαλώσανε άστρα, ίχνη από τα βήματά
της που ξεμακρύνανε... Ήτανε μεσημέρι κι έγινε βράδυ. Η φωνή του κόσμου άλλαζε ώρα την ώρα,
φωνές παιδιών που παίζανε σωπάσανε. Τη συναυλία συνεχίσανε νυχτοπούλια. Κι όταν
κι αυτά σώπαιναν πια, την ώρα που φως δεν υπήρχε πουθενά, μήτε στη καρδιά του
μήτε στον ουρανό, ανεπαίσθητα έσφιξε στο χέρι του τη στάχτη... Κι αυτή σα
μόλυνση, διαπέρασε το δέρμα του μπήκε στο αίμα... κι απλώθηκε σ΄ όλο του το
είναι.. Φύσηξε αέρας και σκόρπισε.. έτσι απλά.. Και ποτέ δεν ξημέρωσε ξανά γι’ αυτόν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου