και για ζυγό μας φόρεσαν φτερά μες την καρδιά.
Κι ενώ ψηλά αυτή πετά, η σάρκα μας σαπίζει
σκουλήκι πάνω στο καρπό, που ο θρήνος κυβερνά.
Μιας πεταλούδας τα φτερά μα της αγάπης μοίρα
μήτε σε γη, μήτε ουρανό, νά’ χουμε αναπαμό.
Λιγόζωη νά’ ναι η χαρά κι ατέρμονη η λύπη,
όταν χαλάει το κορμί, η ψυχή να μη ξεχνά.
Μα μες το μαύρο ποταμό το φως της νέας ζήσης
να’ ναι μια δύσης γέννημα, υπόσχεση παλιά.
Κι ώσπου να βρουν τα δύο κορμιά την όμοια ψυχή
να’ χουν τσακίσει τα φτερά στη σκοτεινή τη γη.
Μία γραμμή η αλήθεια μας, κάτοπτρο που ορίζει
κι ούτε ζωή ούτε θάνατος, αλήθεια κυβερνά.
Μόνο αθάνατη φωτιά που καίει τα κορμιά μας
το ίδιο όπως τις ψυχές. Κι ο νους δε την χωρά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου