Το πρόσωπό του γέμισε με βάτα...
και τα μάτια του τα καστανά ουρανό.
Είχε πάντα κρυφό ποτάμι στην καρδιά
να τον καλεί, στα άχραντα του Άδη.
Κι όπως κυλούσε η ζωή του στο χαμό
κι ανάβανε τα άστρα ένα ένα,
ένα τραγούδι ξέμεινε παλιό
στου άνεμου τα πικραμένα χέρια.
Νανούρισμα ήτανε κι ευχή
της Αγάπης το ύστατο το χάδι.
Του θανάτου όμως έγινε φιλί
κι ενός βωβού έρωτα η φωνή.
Όσο κι αν χτένιζε ο άνεμος την κόμη
και σκόρπιζαν παράπονα και πόνοι,
δεν έσβηνε εκείνη η φωνή
κι ας ήτανε τα χείλη παγωμένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου