βουτιά να κάνει στο μεγάλο ωκεανό.
Τόση τριγύρω ανθίζει στο φως ζωή,
αρνείται το παρόν να θυμηθεί.
Ίσως τη λέγανε Μαρία, ίσως Ζωζώ
σα τα ζουζούνια πετά εκεί και δω.
Ίσως ήταν εργάτρια, μπορεί δασκάλα,
πριν στ’ ουρανού ανεβεί τη σκάλα.
Χάρτινοι οι ρόλοι
μοιάζουνε από ψηλά,
μέσα στο φως, να γίνει φως αποζητά.
Γυμνή αφήνεται στις διαθέσεις του φονιά
στην έρημο, άστρο η ψυχή και προσπερνά.
Μα είναι η ζάλη της όσο βαστά ένα φιλί,
σα σβήσουν τ’ άστρα μόνη πάλι μες τη ζωή.
Γίνεται έρημος, κοιτά τ’ άστρο το μακρινό
ευχή του δίνει να ταξιδεύει πέρα από δω.
Ίσως τη λέγαν Ελένη, μπορεί κι Ευτυχία.
Ίσως Λίνα, ή Τίνα, ή
Γωγώ.
Ασήμαντη στην ερημιά μέσα της πόλης.
Μα μες τα μάτια της, βρήκα το Θεό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου