Ήρθε η νύχτα, σε σκέπασε με τα λεπτά της δάχτυλα και σου ψιθύρισε: "Είσαι Άλλος". Και τ΄άστρα λάμψανε αλλιώς, σα μάτια ερωτευμένου ανθρώπου, όταν ανακαλύπτει τη μοναξιά του στην επιθυμία του.Κλείσαν κι ανοίξαν τα βλέφαρα.. κι έμειναν τα μάτια να κοιτούν στο παράξενο φως, την πόρτα, τα παράθυρα, τους τοίχους. " Είμαι άλλος!;" Αναρωτήθηκες καταμεσίς της νύχτας, καβάλα στο όνειρο, λαμπρός και θαμπωμένος. Ακίνητο το ποτάμι της ζωής σου, λίμνες φορτωμένες ασήμια τα μάτια σου... Υγρά.. να ρωτάνε κι αυτά όπως η σιωπή σου.. "Είμαι;"
"Δεν έχουμε χρόνο", φώναξε σκουντώντας σε ένα μικρό αδύναμο ανθρωπάκι.. Θαρρώ παιδί.. "Η πόρτα θα κλείσει πριν ακόμα ανοίξει", είπε, και σε τράβηξε από το χέρι ως την κλειστή πόρτα. "Άνοιξέ την!" σε παρότρυνε. "Θα βρεις τους νεκρούς σου, εσένα, και την καρδιά πού΄χεις χάσει"... Έφθασες το χέρι στο πόμολο, τ΄άγγιξες, και περίμενες... Το τραγούδι ενός κότσυφα, έλυσε την θελησή σου... έμεινε το χέρι ακίνητο. Τα μάτια ονειρευόντουσαν ασταμάτητα την αλήθεια πίσω από την πόρτα.
Όταν συνήλθες το παιδί είχε χαθεί.. Υσηχία απόλυτη. Ο κότσιφας ακόμα ακουγότανε, μόνο αυτός. Μα η πόρτα ήτανε αμπαρωμένη.. και το χέρι γλύστρησε από το πόμολο.. Χέρι ενός μεσήλικα γέρου... "Κάπως έτσι", σκέφτηκες, "τα χάδια κι η αγάπη που δεν τόλμησα.. σαν αυτή την πόρτα.."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου