ΑΝΕΜΟΣΚΟΡΠΙΣΜΑΤΑ
Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου
14/11/24
Σκέψεις
4/6/24
(2015) Αγάπη
21/12/23
Σκέψεις
17/6/23
σκέψεις...
4/6/23
Σκέψεις
6/3/23
Σκέψεις
27/12/22
απουσία
«Αν το ταξίδι δεν έχει ακόμα αρχίσει,
τότε δεν υπάρχει ελπίδα» της είπε.
Κι άνοιξε την πόρτα.
Τα κρύσταλλα του χρόνου
κουδούνισαν απαλά μέσα στα μάτια της.
Έλπιζε πως ο χρόνος θα πάγωνε την πόρτα.
Ξαφνιάστηκε καθώς την άκουσε να κλείνει.
Εκείνος έλειπε. Μάλλον κι εκείνη:
δεν τον είδε να φεύγει.
Αυτό έγινε μια δεκαετία πριν,
ίσως και κάτι παραπάνω.
Τότε ήταν ακόμη μια όμορφη κοπέλα.
Τώρα, αν και μέσα της ένιωθε νέα,
κοπέλα δεν ήτανε πια.
Κοιτούσε τον έρωτα γύρω της
να χορεύει
κι ένιωθε πόσο χρόνο έχασε
να θρηνεί, να στερείται
να διαφυλάσσει την εικόνα της
αρνούμενη τον εαυτό της.
Αναρωτιόταν, αν θα μπορούσε
να κάνει κι αλλιώς.
Κι ενώ είναι ακόμα εδώ
όλο και πιο πληγωμένη,
πιο αόρατη κι αφημένη,
σκαλίζει την στάχτη της νωχελικά,
μη τυχόν και ανάψει φλόγα.
«Τι καλός άνθρωπος που υπήρξε»
άκουσε, χωρίς να καταλάβει
τι έγινε ανάμεσα στο τότε και στο τώρα.
Και τα κρύσταλλα του χρόνου σώπασαν,
καθώς δεν είχε πλέον αυτιά να ακούει
μάτια να βλέπει
και χέρια να αγγίζει.
18/11/22
Φως και σκιά
Αλλά αυτό είναι κάτι που έχει νόημα εντός του κύκλου. Την ίδια στιγμή που ο κύκλος σπάσει ούτε η ανθρωπότητα θα γνωρίζει πια τ’ όνομά της, ούτε τίποτα απ’ όσα γνωρίζουμε θα είναι πια διακριτό. Χωρίς σχήμα, σώμα, όρια, ο ένας φόβος θα σβήσει μέσα στον άλλον και η λαχτάρα, η ελπίδα, η αγάπη, όλα, χωρίς αντικείμενο κι υποκείμενο το ένα μέσα στο άλλο θα χαθούν, ώσπου το κύμα που γέννησε η τρικυμία της ύπαρξης σωπάσει.
Η σιωπή αυτή μπορεί να κρατήσει για πάντα ή μια στιγμή. Στο τίποτα δεν υπάρχει μέτρο άλλο από το ίδιο το τίποτα.
Στο μεταξύ, ο Γιώργος γνώρισε την Μόϊρα, η οποία μόλις είχε χωρίσει με τον Αλί, ο οποίος ήταν από δεύτερη γενιά μεταναστών από την Αίγυπτο. Όταν ο Γιώργος αντίκρυσε για πρώτη φορά τα μάτια της, τα οποία ήταν βαμμένα με τυρκουάζ σκιά, που τόνιζε το άγριο πράσινο των ματιών της, μα κυρίως βαμμένα παρά τα φανταχτερά χρώματα με εκείνη την θλίψη των ερωτευμένων, που κάνει τα μάτια να μοιάζουν ονειροπόλα κι εύθραυστα, σαν νύμφες που αναδύονται από λίμνη, σχηματισμένη από κάποιον ξεχασμένο στον χρόνο παραπόταμο του ποταμού Αχέροντα. Το φως συνάντησε την σκιά γι’ ακόμα μια φορά… η σκιά σκίρτησε καθώς η ανατολή που με τόσο ενθουσιασμό κι εξαγνιστική δύναμη πρόβαλε στο χαμόγελο του ερωτοχτυπημένου νέου, ανάδευσε μέσα της την επιθυμία, όχι να ερωτευτεί ξανά.. αλλά να συνεχίσει να ζει. Να μη πονά, Να γιατρευτεί. Κι ενώ, η επιθυμία αυτή σαν πύργος από άμμο όπως χτίστηκε βυθίστηκε στα βαλτώδη νερά της λίμνης, η επιμονή του Γιώργου, να ανατέλλει όποτε τη συναντούσε – κάτι που ο ίδιος επιδίωξε να συμβαίνει όσο πιο συχνά γινόταν, άρχισε να κάνει τα νερά της λίμνης πιο διάφανα, και τον βάλτο ολόγυρά της στέρεα γη, καθώς κι εκείνη, έμαθε και συνήθισε να περιμένει την ανατολή, στρέφοντας τα μάτια της συχνά προς αυτήν, με κρυφή ελπίδα, προτού καν το φως φανεί.
Ο Γιώργος αγάπησε την Μόϊρα, κι η Μόϊρα αγάπησε τον Γιώργο, όσο σχεδόν αγάπησε τον Αλή. Κι όταν ο Αλή επέστρεψε κάποτε, σα ναυτικός που αφότου γύρισε τον κόσμο λαχτάρησε οικείο κι απάνεμο λιμάνι, η Μόϊρα αρνήθηκε να τον δει. Γεγονός που από την μια πείσμωσε τον Αλή, κι από την άλλη, έδωσε μια κρυφή ικανοποίηση στον γυναικείο εγωισμό της Μόϊρα. Που ωστόσο, ακόμα τον αγαπούσε.
Ο Γιώργος αγάπησε την Μόϊρα, κι η Μόϊρα αγάπησε τον Γιώργο, όσο σχεδόν αγάπησε τον Αλή. Κι όταν ο Αλή επέστρεψε κάποτε, σα ναυτικός που αφότου γύρισε τον κόσμο λαχτάρησε οικείο κι απάνεμο λιμάνι, η Μόϊρα αρνήθηκε αρχικά να τον δει. Μα καθώς εκείνος επέμενε, στο τέλος δέχτηκε. Και καθώς τα σώματά τους βρεθήκανε κοντά, με μία μνήμη που μόνο η ύλη κατέχει, ανώτερη από τη μνήμη του νου, τα σώματά τους γίνανε ένα.
Τις μέρες εκείνες, ήταν πιο όμορφη. Απόμακρη σα θνητή θεά, στα μάτια της μέσα όλη η ομορφιά του κόσμου… Η άγρια ζούγκλα, με όλα τα υπέροχα πλάσματά της, αλλά και τα κρυμμένα θηρία. Αλλά όταν έφυγε ο Αλή, για δεύτερη φορά, τα άγρια θηρία φύγαν κι αυτά, η ζούγκλα άδειασε από όλα τα πλάσματά της. Η πυκνή βλάστηση έγινε μανδύας που μέσα του τυλίχτηκε, κι έγινε απρόσιτη. Σκοτείνιασε τόσο πίσω από τα σφιχτοκλεισμένα βλέφαρά της, που το χαμόγελο του Γιώργου πάγωσε.
Τότε, ο Γιώργος γνώρισε την Στέλλα… και παρότι αγαπούσε την Μόϊρα τόσο πολύ, αφησε το φωτεινό της χαμόγελο και τα ζεστά της μάτια, να τον τραβήξουν για λίγο έξω από την σκιά που μέσα της ζούσε…
Κι ενώ όλα αυτά συνέβαιναν, την ίδια στιγμή, στην άλλη πλευρά του κύκλου, όλοι τους ζούσαν τόσο ευτυχισμένοι.. καθώς ήταν εκεί η αρχή, κι εκεί το τέλος. Γιατί λίγο προτού χαράξει το φως, όλα είναι φως.. κι όλα σκοτάδι.
2/10/22
σκέψεις
25/9/22
σκέψεις
21/9/22
Ο καθρέφτης
Μα κείνη φοβόταν, το στήθος της έτρεμε σα ψάρι έξω απ’ το νερό.
Έσυρε το βλέμμα της από τον καθρέφτη στην κόχη του παραθύρου
πασχίζοντας από την μια να σταματήσουν τα μάτια να της μιλούν,
από την άλλη μια ύστατη πτήση, στο κενό, στο άγνωστο,
στο αόρατο απέραντο γαλάζιο.
Γιατί μόνο τα μάτια ήταν πια ίδια. Πιο θολά, πιο αδέξια, μα ίδια.
Έκλεισε τα μάτια και προσπάθησε, το προσπάθησε πολύ,
να θυμηθεί αλλά και να μη θυμηθεί.
Το φτερωτό του έρωτα το μαχαίρι.
Τρυφερό σα πούπουλο, κι άκαμπτο σα διαμάντι.
Ωστόσο, η φωνή αντί να σωπάσει συνέχισε... «μικρή… τριανταφυλλένια…»
Άθελά της αφέθηκε στη χροιά τη βελούδινη, όχι πολύ,
μια δυο στιγμές… μεταμορφώθηκε σε κείνο το πλάσμα, άθελά της,
φλερτάροντας με το αιώνιο της στιγμής. Εκείνο το πλάσμα
που υποτίθεται κάποτε υπήρξε. Που ίσως υπήρξε.
Αλλά δεν έζησε.
Τα θολά της μάτια, τα αραιά άσπρα μαλλιά της,
το ραγισμένο από την προσπάθεια χέρι της…
Τίποτα δεν μαρτύρησε όσα είδε, όσα άκουσε, όσα αρνήθηκε…
Κι όσα τόσο πρόθυμα πέθανε για να βρει.
Το δωμάτιο ανέδυε την βαριά μυρωδιά των χρόνων,
κάτι από σέπια πεθαμένου ρόδου.
Ο ξυλόγλυπτος πολυκαιρισμένος καθρέφτης,
με το γεμάτο ρωγμές ασήμι του, κατέληξε σε παλαιοπωλείο.
Κι από κει κατέληξε σε ένα ρετρό καφέ – μπαρ.
Σε μια μιλόγκα, μια νεαρή χορεύτρια του ταγκό
φωτογράφισε την όμορφη κόκκινη φορεσιά της
μέσα από τον καθρέφτη. Μέσα από την πατίνα του,
το πρόσωπό της φάνηκε βγαλμένο από άλλη, μακρινή εποχή.
«Σε μερικά πράματα, ο χρόνος χαρίζει μια δεύτερη ζωή»
της ψιθύρισε τρυφερά στο αυτί γοητευμένος ο φίλος της.
Προτού τους παρασύρει και πάλι.. η μουσική.
19/9/22
Σεπτέμβριος 22
Προβολείς μεγάλοι, υπέρλαμπροι, φωτίζουν από άκρη σε άκρη την Ιχθυόσκαλα. Ωστόσο το μικρό παράθυρο και το αγιάζι, μαρτυρούν μυστικά την ώρα, όποτε κι αν οι συναλλαγές κοπάσουν. Η νύχτα δεν τελειώνει με τις συναλλαγές. Τα φτερά των γλάρων τσακίζονται πάνω της καθώς πετάνε λίγο πριν το πρώτο πρωινό φως. Κάποιες φορές φτάνει το μεσημέρι, κι ακόμα η νύχτα εδρεύει αιχμηρή στο θρόνο της. Δεν θυμάμαι πόσο καιρό έχω να δω όνειρο. Ο ύπνος , όταν μετά τόσο κάματο έρθει, είναι μικρά κομμάτια σπασμένα. Στα σύντομα διαστήματά του δεν προλαβαίνουν ν’ ανθίσουν όνειρα. Η πιο γλυκιά ώρα της μέρας, το απόγευμα, είναι ένα στρωμένο κρεβάτι. Χωρίς όμως ύπνο αληθινό. Η νύχτα είναι ο αφέντης σου, η ζωή σου της ανήκει. Και μόνο οι ψευδαισθήσεις της ζωής, ανήκουν στη μέρα. Και κάποια θραύσματα. Να θες τόσα να κάνεις, κι όλα να είναι… σ’ αναμονή.
29/8/22
ατιτλο
που πιστεύουν
πως η κόλαση είναι κάπου αλλού..
Μόνο και μόνο,
γιατί ακόμα κι εκεί,
μπορούμε κι ονειρευόμαστε
τον παράδεισο...
τόσο που ενίοτε,
υπνοβατούμε...
23/6/22
Χρόνος
Συνάρτηση τυχαίου, επί σκοπό, διάθεσης κι ερμηνείας.
Τόπος συνάντησης και βάπτισμα υπόστασης
παρελθόντος και μέλλοντος.
Ο χρόνος ορίζεται λοιπόν ως στιγμιότυπο.
Ακίδα στην καρδιά του άπειρου,
αφού το άπειρο, το τώρα,
το εύρος του σύμπαντος
κι η καρδιά του συμβάντος
ταυτίζονται.
Ο χρόνος είναι αμετάβλητος.
Η ακίδα όμως,
είναι όνειρο που διαρκώς μεταβάλλεται.
Χωρίς αυτήν δεν υπάρχει το σύμπαν,
αφού καταργώντας την καταργείται
η συνείδηση των ονείρων.
4/6/22
άτιτλο
Η πεταλούδα έχοντας ζήσει ως κάμπια τη γη κατάσαρκα, αγαπούσε τις πτήσεις... Και το λουλούδι, έχοντας ζήσει πρώτα βαθιά μέσα στη γη το σκοτάδι ως σπόρος, το φως. Αγνοώντας πόσο ίδιο είναι το σκοτάδι και το φως, η σάρκα, το πνεύμα, η αρχή κι η κατάληξη. Και πως, χωρίς το ένα, δεν μπορείς να φτάσεις στο άλλο..
10/5/22
Στο πάτωμα.
Καλοκαίριασε.
Ο ήλιος έλιωσε τον φόβο.
Η αγάπη έγινε θάλασσα
που κυμάτιζε πότε απαλά
πότε άγρια,
ανάλογα τον τρόπο
που η καρδιά τους χτυπούσε.
Τα μπλεγμένα όνειρα μαλλιά της
το τέλειο μαξιλάρι.
Το κορμί της γη
σκεπασμένο αναρίθμητα άστρα
που πρωτανάσαιναν ή ξεψυχούσαν
παγιδευμένα στην δίνη της έκρηξης
που γέννησε την ύπαρξη.
Η μέρα προσπέρασε,
καθώς η μαύρη τρύπα του έρωτα
καμπύλωσε το φως
και το φυλάκισε βαθιά μέσα της.
Μοιραία από την τόση ένταση
έσπασαν τα κορμιά τους.
Απέμειναν μόνο
μπερδεμένα θραύσματα,
«Όνειρα» και «θέλω» του Κανένα.
«Κοίτα!» είπε ένα κορίτσι
σε ένα αγόρι
δείχνοντας ψηλά στον ουρανό:
«Βρέχει χρυσόσκονη!»
Αγνοώντας πως δείχνει
το μέλλον που έχει ήδη συμβεί.
2/5/22
ατιτλο (2012)
ποιος τόπος...
ποιο φως και ποια καρδιά...
Και πως να τη γνωρίσω...
Πόσο καιρό, ταξιδεύουν τα άστρα
προτού συνθλιβούν
το ένα
πάνω στο άλλο.
Κι ύστερα φωτιά..
κι ύστερα σιωπή..
ένα ακόμη ταξίδι..
6/2/22
σκέψεις
Η αισιοδοξία, η δύναμη, η χαρά της στιγμής που κάποιοι ονομάζουν ευτυχία, έχει ως ρίζα πάντοτε την βαθιά υπαρξιακή λύπη, τον πόνο, τη συναίσθηση... Αλλιώς θα την πάρει και θα την σηκώσει ο άνεμος, σκορπώντας την στάχτη στα πέρατα του κόσμου . Ευτυχισμένο "όλο" δεν υπάρχει αφού κομμάτια είναι ο κόσμος. Υπάρχουν όμως συμπυκνωμένες ωραίες στιγμές, για τις οποίες αξίζει κάποιος να ζει και να ονειρεύεται..
Σύννεφα
χωρίζω στα δυο,
σα να ήτανε χτένι,
με το χέρι μου τις έγνοιες…
από κει τα σύννεφα της φωτιάς,
από δω του νερού..
και πιο κει
τα σύννεφα σκόνης,
να περιφέρονται μόνα τους,
αδέσποτα κι ενοχλητικά.
Μαζεύομαι
και γίνομαι ένα μικρό τόπι
στα στενά ασυννέφιαστα μονοπάτια
που πρόσκαιρα ανοίγονται
προτού ο καπνός από τις έγνοιες
σμίξει πάλι
φωτιά, νερό, χώμα…
Παράταιρη φύση ο άνθρωπος,
κανείς δεν αντιπαλεύει
πιο πολύ τη φύση του,
κανένα άλλο πλάσμα
δεν έχει χειρότερο εχθρό
τον εαυτό του.
16/11/21
άτιτλο
12/11/21
Το όνομά μου Αύγη…
5/11/21
Στάλα αίμα
3/11/21
άτιτλο
της θέλησης το "έλα",
Στα κύματα αν αφήνεται
συντρίμι η ψυχή,
τον Καρυωτάκη ρώτησε:
Δύσκολο να σβηστεί..
13/10/21
Εμμονικός
1/10/21
Σκέψεις
23/9/21
Φωτογραφίες.
Κοιτάζω αμήχανα τις πιο παλιές,
με περιφρόνηση τις τελευταίες.
Μήπως έτσι δεν σπαταλάμε τη ζωή μας
τον περισσότερο καιρό;
Περιφρονώντας αυτό που είμαστε,
αυτό που μπορούμε,
και που αγαπάμε τόσο πολύ!
15/9/21
Ο Φόνος
Κανένα ελάφρωμα δεν ένιωσε στην ψυχή του καθώς έγραψε τα αποσιωπητικά. Όλα αυτά δεν αφορούσανε σκέψεις πρωτόγνωρες, αλλά ερχόντουσαν από ένα βαθύ μουχλιασμένο πηγάδι… Άλλο τα θέλητρα, κι άλλο οι πράξεις. Κι έχει την σημασία του κι ο χρόνος… Ο χρόνος που οι επιθυμίες εμφανίστηκαν, φαντάσματα του εαυτού τους, νεκρές κι ανεκπλήρωτες, στο χαρτί.. Ύστατος χαιρετισμός, ή ύστατη κραυγή αγωνίας που ζητά έστω τώρα, αυτός ο άγνωστος γνωστός να υπάρξει; Μήπως επρόκειτο για κρίση μέσης ηλικίας; Ξανάπιασε το στυλό…
«Αβεβαιότητα… φόβος… Η μη ανοχή στο λάθος πόσο εύκολο να γίνει φόνος!»,
Έσκισε το χαρτί, το τσαλάκωσε και το πέταξε.. Μαζί με αυτό, τον άγνωστο άντρα που τόσο κοντά βρέθηκε στο να τον γνωρίσει. Αν και κατά βάθος, ήδη τόσο γνωστός…
15/7/21
Σκέψεις..
11/7/21
Σκέψεις
Σκέψη
ατιτλο
Τι θα πει ήρωας; Άνθρωπος ίσως.. μα κι αυτό, ντροπή το νιώθω να το πω... Ίσως, πηλός, χώμα.. σβόλος.. αυτή είναι η επιθυμία μου.. Σβόλος να γίνω ζεστής γης.. Που έμαθε ν' αγαπά... να αντέχει το άροτρο, τον χειμώνα και το καυτό καλοκαίρι.. Κι από του Ουρανού τα δάκρυα, κι αν ακόμα ουρανό δε μπορεί να ανέβει, καρπίζοντας, στον ουρανό να κοιτά.. να σκαρφαλώνει... βαθαίνοντας τις ρίζες στην Αγάπη...
Καθώς, το χιτώνα φοράς τον βέβηλο και βαρύ, το κορμί νιώθει να πνίγεται στης ενδυμασίας του το Ωραίο... Το βλέμμα τυφλώνεται από το βελούδο, το κόκκινο που εξουσιάζει.. Και δε κοιτά πλέον το κορμί... Τα ρούχα κοιτά.. Που άλλους τους κάνει παλιάτσους.. απωθητικούς.. Κι άλλους σπουδαίους να μοιάζουνε... Αντιστρέφοντας την όψη των πραμάτων. Και τα ωραία λόγια, που τα Ωραία, φέρνουν στα αυτιά, τους λόγους σε κάνουν της ψυχής να ξεχνάς.. Παύεις να ακούς... Να κοιτάς... Να ανασαίνει η καρδιά σου... Παύεσαι... καθώς κισός, το Ωραίο, το ωραίο μέσα σου σκεπάζει αθόρυβα... και το νεκρώνει...
άτιτλο
ατιτλο
σκέψη
4/7/21
Χρειάζομαι...
27/6/21
ατιτλο
6/6/21
άτιτλο
5/6/21
άτιτλο
29/4/21
άτιτλο
10/4/21
ατιτλο
14/3/21
ταξίδι
28/2/21
Άνεμος έρωτας
22/2/21
Άπνοια
29/1/21
Μυστικές ανταμώσεις
24/1/21
Σκέψεις
Χωρίς αποδέκτη
12/10/20
Μέρες γεννημένες στο χθες
6/10/20
Θυμάσαι
και κάνει τις καμπάνες να ραγίζουν,
τα μάτια σου ως θάλασσα μαυρίζουν
ναυάγιο σκορπώντας τον καιρό.
Το όμορφο παλάτι των ονείρων
μια κάμαρα γυμνή και θλιβερή,
γεμάτα τα συρτάρια υποχρεώσεις
δεν σού’ μεινε γωνία να σταθείς.
Περνάν και φεύγουν οι ανθρώποι
μαζί τους όλο έφευγες και συ,
απόμεινε μονάχα μια καρέκλα
κι ολόγυρα παρέα η σιωπή.
Θυμάσαι; Όχι, αρνείσαι να θυμάσαι,
τον δρόμο από την πόρτα σου κοιτάς,
το φως που όλο έρχεται και φεύγει,
χωρίς ένα χέρι την πόρτα να χτυπά.
Την ώρα που χτυπά ο κεραυνός
θυμάσαι κι ας αρνείσαι να θυμάσαι.
Δάκρυ κυλάς βουβά ως τον βυθό,
νεκρή με τους νεκρούς σου αντάμα.
5/10/20
Κουκούλι από άστρα
21/9/20
θυμάμαι
λέξεις στο μέτωπό μου,
τον ήχο της μελωδίας της πνοή σου να με οδηγεί
από το σκοτάδι στο φως
με έναν καθ’ όλα βάναυσο τρόπο, αφού, αντί για στάχτη
παρέμενα άκαυστος κι ολόκληρος, τόσο κοντά σου.
Τρέμοντας από πόθο και την τυφλή επιθυμία
να ζωγραφίσεις με τα μάτια σου μια γέφυρα,
ή έστω φτερά,
καθώς στην ελάχιστη τούτη ρωγμή ανάμεσά μας
χωρούσε η άβυσσος κι απελπισία του κόσμου.
11/9/20
Λάσπη
7/9/20
Το κουδούνι
3/9/20
Αγάπη και θάνατος
Παραδεισένια οφείλω να πω, άγγελέ μου!
Γλιστράς τόσο εύκολα απ’ τό σκοτάδι στο φως,
και γω μαζί, μεταξύ ζωής και θανάτου, εκεί στο ενδιάμεσο
να σου μιλώ με ένα πόδι στον άνεμο και το άλλο στην γη
γι’ αγάπη, για πάθη, για τα σωστότερα λάθη.
Πόσο εύκολος ο θάνατος ενδίδοντας, πόσο υγιής!
Στα φανάρια των δρόμων ζωγραφίζει η πάχνη μορφές,
σώματα φτιαγμένα από υγρασία και ζέστη…
Μυρίζει αλάτι, μυρίζει λύτρωση και θάλασσα.
Ίσως να φταίει κι αυτό το κίτρινο φεγγάρι
που έγειρε πλάι μας διαπερνώντας τις λεπτές κουρτίνες,
φωτίζοντας όλα τα μονοπάτια ανάμεσα στα μάτια και την καρδιά,
το απαλό άγγιγμα και το βίαιο “θέλω”.
Ξημερώνει, κι ο θάνατος έρχεται, χαμογελώντας μας…
Μία νέα μέρα αρχίζει που πρέπει να την διαβούμε
με την ψυχή χωριστά από το σώμα. Και να αντέξουμε.
Ως την επόμενη πρόσκληση της νύχτας μέσα μας,
ώσπου τα φωτεινά σου άστρα ν' αγγίξουν πάλι τον ουρανό
δημιουργώντας μέσα στα μάτια σου, όνειρό μου, την γη.
27/8/20
ατιτλο
Κύλησε κι απόψε το ποτάμι
στην
ίδια όχθη που κύλαγε εχθές.
Στις
εκβολές του σωριάζονται πνιγμένοι
ανάμεσα
σε φύλλα κι ενοχές.
Ποιος έχοντας
την θάλασσα εμπρός του
θα σκύψει και
θα σκάψει να τους βρει;
Ποιήματα
σκορπισμένα ο λογισμός τους
που
όποιος πνίγεται μπορεί μόνο να δει.
25/8/20
Καύση
Είμαστε στάχτη και καπνός
δάσος
ριγμένο στη φλόγα του χρόνου.
Ο χρόνος
είναι αιχμάλωτός μας.
Χωρίς εμάς ούτε
μια μικρή σπίθα
δεν θα λευτερωνόταν
στο στερέωμα,
ούτε ένα άστρο
αναμμένο
χωρίς εσένα και μένα.
Χωρίς
τον θάνατο να κανακεύει την αγάπη
και
χωρίς μοιραία αγάπη, ως θάνατος.
16/8/20
Άπνοια
15/6/20
Δρυοκολάπτης
Τα μάτια της που ήτανε γαλάζια
τώρα
θαμπά, μοιάζουν με τυλιγμένη κάμπια
που
στο κουκούλι της επέστρεψε ξανά.
Πέρα,
πάνω στα πεσμένα της φτερά
χορεύοντας
ο άνεμος
χτίζει σωρούς τα σπασμένα
φύλλα,
τύμβους στιγμών κι ελπίδας.
Τα άδεια χέρια, πόσο πιο ελαφρά!
Τα
ενδύματα που η γνώση είχε υφάνει
γύρω
στο κορμί της να φορά,
ξηλώθηκαν σε
νήματα και πάλι
που έκαψε των άστρων
η φωτιά.
Στις φτέρνες της καρφωμένα
αγκάθια
- που βάδιζε γυμνή ως το
πρωί;-
Τα γόνατα στο στήθος διπλωμένα,
κι
αθώα σαν αγέννητο παιδί!
Στην άκρη
του κρεβατιού της ένα δάσος
κι ένας
δρυοκολάπτης, τον άκουγε συχνά
την
Νύχτα να πασχίζει να τρυπήσει
κατάστηθα..
ίσως για φωλιά…
“Παράξενο”,
είπαν γνωστοί και φίλοι
κοιτώντας
των πελμάτων την πληγή…
“πως γίνεται
να έχει περπατήσει
αφού αδύνατον στα
πόδια να σταθεί;”
1/6/20
Σκέψη
28/5/20
Σκέψεις
26/5/20
Η βροχή
τόσο πολύ, που θέλησε να κρατήσει για πάντα.
Συχνά αγγίζοντάς τα, παραδεχόταν μέσα στη θλίψη
μιας βραδινής βροχής το μάταιο της επιδίωξής του.
Το προτιμούσε ωστόσο από το να φυλά γράμματα,
εικόνα ψηφιοποιημένη, ή κάποιο ρούχο…
Τα δέρματα, προσεχτικά συντηρημένα
και τοποθετημένα όπως στην ψυχή του με τάξη
τον κάνουν να κοιμάται ήσυχα τα βράδια,
πλέοντας πάνω στην στοργική σιωπή των νεκρών.
Η αγάπη δεν χρειάζεται λέξεις, κι η σκιά της αρκεί.
Πάνω στον τοίχο του, παίζουν τρέχοντας σκιές αγαπημένων,
Ταξίδι χωρίς κενές υποσχέσεις ή ψέματα, μόνο αλήθεια.
Συχνά χαράζει όπως ο μουσικός τις νότες στο χαρτί, λέξεις τους.
Άηχες, θολές, ταραγμένες και γεμάτες χρώματα… ποτέ ασπρόμαυρες.
Λέξεις που ζωγραφίζουν εικόνες, όπως το πέταγμα ενός πτηνού,
Γιατί, κοιτώντας από απόσταση, μπορεί κάποιος να διακρίνει σωστότερα
ποιο υπήρξε σημαντικότερο στο πέρασμά του. Αλλά δεν έχουν φωνή.
Δεν έχουνε χέρια, πόδια, ανάσα…. Ούτε καν μάτια…
Όσα περιγράφουν είναι τα ελάχιστα από όσα ζήσανε, ούτε ευχή, ούτε κατάρα.
Κρατά τα ελάχιστα που ζήσαν εκείνοι, τα πολύτιμα, σαν χρυσόψαρο στην γυάλα,
γιατί οι σκιές ούτε πληγώνουν, ούτε απογοητεύουν….
Το δέρμα των ποδιών του λιώνει περπατώντας από τοίχο σε τοίχο,
γνωρίζει κατά βάθος, πως όλο αυτό σύντομα φτάνει στο τέλος του.
Σύντομα τα χέρια του θα είναι κύματα, και η βροχή αθόρυβη,
μια πολύχρωμη πινελιά στο ουράνιο τόξο.
24/5/20
Διαλογή
Και η ζωή σου δεν είναι αθώα.
Χρεωμένος γεννιέσαι, χρεωμένος πεθαίνεις.
Η ζωή σου ανήκει μόνο αν σου ανήκουν οι ζωές των άλλων.
Και οι ζωές των άλλων σου ανήκουν μόνο
αν αυτοί είναι φτωχοί, εξαθλιωμένοι, ανυπεράσπιστοι
ενώ εσύ ψεύτης, αδίστακτος κι άπληστος
και γι’ αυτό βαστάς και το καρπούζι και το μαχαίρι.
Με μια φλούδα τότε μπορείς να εξαγοράσεις όσα χρειάζεσαι.
Εξουσία, νόμους, αλυσίδες και φύλακες.
Και τότε μπορείς να τους πεις με όλη σου την περιφρόνηση.
“Εσύ είσαι ένοικος, εγώ είμαι ιδιοκτήτης.
Η γη σου δεν σου ανήκει, γιατί έχει μέσα χρυσό.
Τα βουνά σου δεν σου ανήκουν, γιατί φυσάει πολύτιμος άνεμος.
Τα αρχαία σου και τα δάση σου, τα έχω αγοράσει,
οι παραλίες γύρω τους, όλα αυτά μου ανήκουν…
Κι εσύ ως ένοικος, ή πληρώνεις όλα όσα οφείλεις και σιωπάς,
κι ίσως αν είσαι τυχερός κερδίσεις μια φλούδα υπόσχεσης,
ή φωνάζω τους φύλακες κι αλυσοδεμένο σε σέρνουν εκτός.”
Ο τόπος σου δεν είναι είναι τόπος σου, είναι λημέρι ληστών.
Η ζωή σου δεν είναι ζωή σου, είναι μέρος της περιουσία τους
και μόνο ως τέτοια αποκτά μια κάποια σχετική αξία.
Η τιμή σου δεν είναι τιμή, είναι όνειδος, εχθρός της κανονικότητας.
Θυσιάσου στρατιώτη, θυσιάσου πολίτη, βίασε τα όνειρά σου.
Άλλωστε δεν έχεις επιλογή – η ζωή είναι το κτήμα τους.
Τους ανήκει το νερό, ο αέρας, η γη, ο ήλιος, η σκέψη σου…
Πρόσεχε τι σκέφτεσαι, και πολύ περισσότερο τι λες…
Η διαλογή έχει ξεκινήσει...
20/5/20
σκεψεις
2/5/20
Σιωπή
Δεν πάει πουθενά, γυροβολά από το εδώ ως το εκεί
και πάλι επιστρέφει. Η σιωπή είναι γκαρσόνα
- εργαζόμενο κορίτσι δίχως άλλο-
που το πρωί χωρίς να θυμάσαι τ’ ονομά της
επιστρέφει στον τόπο της εργασίας της.
Κι ωστόσο, στα βήματα που πάτησε
όταν ήρθε, μα περισσότερο σαν έφυγε,
άνθισε μουσική… χωρίς την υποψία μιας λέξης.
Χαράζει κύκλους παγιδεύοντας σκέψεις
και συναισθήματα πάνω στο θολό είδωλό σου.
Η σιωπή αγαπά την ησυχία, την τάξη, την μελαγχολία.
Περισσότερο απ’ όλα την πίστη στο ανέφικτο.
Μετατρέπει ένα ποτάμι σε σταγόνες βροχής
και τον ωκεανό σε απέραντη λίμνη,
Σαν μωρουδίστικη κούνια που στέκει ακίνητη.
Αγαπά τις υποσημειώσεις, μα είναι τόσες πολλές,
που ποτέ δεν βρίσκει εκείνην που ψάχνει.
Χορεύοντας τότε με τον εαυτό της, και τα ψέματα.
Έχει χίλιες μορφές - πίσω από τις μορφές, χίλιες αιτίες…
Χωρίς καμία απάντηση, ένα “ίσως”, ή “αν”.
Είναι ένα απατημένο κάτοπτρο χωρίς αγαπημένο.
Δεν ρωτά, δεν ενδιαφέρεται, μόνο ζυγίζει
και διεκπεραιώνει… θολή όπως το είδωλό της.
9/3/20
Ατιτλο
φωτιά βάλε και κάψτον.
Σβήσε τα ονόματα κι όσα γι’ αυτά γνωρίζεις,
γδάρε το δέρμα του φόβου από την σκέψη σου
και μ’ οδηγό την καρδιά, πράξε, άνθρωπος λεύτερος.
Στον κόσμο αυτό ήρθαμε για ν’ αγαπηθούμε,
και άλλο νόημα η ζωή από αυτό
ούτε ζητά ούτε θα βρει.